Κυριακή 11 Αυγούστου 2024

O Μέγας Αύγουστος.

 

Δουλεύω στο ξενοδοχείο με μια συμφέρουσα συμφωνία. Εξασκώ το επάγγελμά μου που η μια του όψη, η φανερή, είναι το σχέδιο και η ζωγραφική. Η άλλη, η κρυφή, είναι φυσικά η καταγραφή. Η καταγραφή των καιρών μας. Όλο το μεσημέρι ζωγραφίζω ήσυχος μέσα στη σιωπή. 

    Λίγο μετά τις 4, την ώρα την πιο στυγνή, την ώρα του αποτρόπαιου μεσημεριού, βγαίνω στον έρημο εξώστη που έχει θέα στις πισίνες. Φυσάει λίβας.

    Σείονται και τρίζουν οι χουρμαδιές στο πλησίασμα του παλιού τους Κυρίου· είναι ο Χαμσίν της ερήμου. Το ηχητικό φράγμα που υψώνουν τα τζιτζίκια, παρόλο που  ξεκουφαίνει, καταφέρνει να περνάει απαρατήρητο. Μερικές φορές κάποιοι από τους ξένους μας, όλο αφέλεια, ρωτούν τι είναι αυτός ο περίεργος βόμβος. Τους είναι αδύνατον να καταλάβουν πως ένα ον τόσο εύθραυστο, που πρέπει να παραμένει αόρατο, μπορεί να εδραιώνει μια παρουσία τόσο ολοκληρωτική ώστε μόλις που γίνεται αντιληπτή.

    Είναι σαν να μένει ακίνητος ο χρόνος. Σαν τίποτα να μη συνέβη ποτέ και όλη η ζωή να υπήρξε όνειρο. Το καλοκαίρι στον Νότο αυτή η ώρα είναι η ώρα του απείρου. 

    Από το lounge έρχονται τα πρώτα σημάδια αφύπνισης. Ακούω να τακτοποιούν τις καρέκλες και να βάζουν μπροστά τη μηχανή του εσπρέσσο. Μετά ο μπάρμαν βάζει την πρώτη μουσική της νύχτας που έρχεται. Α, είναι πάλι τζαζ της μεγάλης εποχής. Μια απ’ αυτές τις μουσικές που σε κάνουν να νοσταλγείς το καλοκαίρι, ενώ είναι καλοκαίρι. Σαν να τις παίζουν στην Καραϊβική και να ακούγονται εδώ στη Ρόδο.

    Και σε μια στιγμή, σα γοργόνα, σα νεράιδα των νερών, αναδύεται η τρομπέτα του Miles. Καθαρή και διάφανη. Είναι η στιγμή του μαρτίνι. Δίπλα μου έρχεται και κάθεται ο Λουίς. Είναι ο πρίγκιπας αυτού του ποτού και όλων των χαμένων μπαρ. Κάποτε έγινε γνωστός, κάνοντας ένα-δύο καλά φιλμ, με το όνομα Μπονιουέλ. Και ύστερα ο Τζίμμυ… ενώ τραγουδά από τις παραλίες του Λος Άντζελες. Summers almost gone τραγουδάει ο Τζίμμυ.

 

    Σε λίγες μέρες, όταν μεσάζει ο μήνας, στις 15 ακριβώς, παίρνει τούμπα το καλοκαίρι! Αν ήταν Μάιος δεν θα μ’ ένοιαζε τι λέει ο Τζίμμυ. Τώρα όμως μου ραγίζει την καρδιά.

    Παλιά τζιτζίκια μιας χαμένης δεκαετίας. Ζήσαμε ένδοξα στην εξορία!

    Ο Αύγουστος σαν τον Ηλιογάβαλο ενηλικιώνεται μες στη μελαγχολία!


B.H.

 

                                                                                           

 

     

 

4 σχόλια: