Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2019

Μη Τόποι


     Διεθνή Αεροδρόμια, Εμπορικά Κέντρα, Super-Market, Πολυκαταστήματα, Εύπορα Προάστια, Τουριστικοί Παράδεισοι, Μέγα-χώροι της Οργανωμένης Διασκέδασης.

    Όλα, μη τόποι· προκατασκευασμένες ατμόσφαιρες όπου οι συναντήσεις έχουν τεθεί υπό έλεγχον, οι σκέψεις είναι καθ’ υπαγόρευσιν, τα συναισθήματα υποβάλλονται, οι συμπεριφορές είναι προκαθορισμένες.
    Μη τόποι, όπου η ζωή και οι αλήθειες της δεν τίθενται και αν, κατά παράβασιν, κάτι τέτοιο συμβεί αποτελεί μια ανωμαλία και σκάνδαλο που πρέπει ευθύς να διορθωθεί. Τόποι όπου ο άνθρωπος είναι απών έχοντας υπαχθεί σε ένα μηχανικό σχέδιο.
    Θα μπορούσα να ακριβολογήσω ακόμα περισσότερο, αν έλεγα ότι εκεί ο άνθρωπος γίνεται μονοδιάστατος. 
    Αν οι παραπάνω τόποι είναι κραυγαλέα παραδείγματα ενός φαινομένου που συνεχώς εξαπλούται, ένα στριπτηζάδικο είναι επίσης ένας μη τόπος, όπως και ένα living room, όταν μια τηλεόραση είναι ανοικτή, αποκτά κάποια χαρακτηριστικά του.
   
    Μέσα σ’ ένα οποιοδήποτε απ’ αυτά τα μέρη μια συζήτηση για το Μέλλον του Κόσμου ή για τα μυστήρια της ζωής θα έμοιαζε παράταιρη.
   
    Μεγάλο εμπορικό κέντρο βόρεια του κέντρου της Αθήνας, μιας πόλης που βρίσκεται υπό μετάλλαξιν. Ολόγυρα, νοσοκομειακές «μονάδες» ξενοδοχειακού τύπου, κατάφωτα πάρκινγκ μες την ψιλή βροχή και πέρα, τα τόξα που στεφανώνουν το μνήμα της πάλαι ποτέ Ολυμπιακής Ιδέας.
    Παιδιά καθαρά, καλά θρεμμένα, πάνε κι έρχονται «ξοδεύοντας» χρόνο και χαρτζιλίκι· προστατευμένα από τους παιδόφιλους, τους εμπόρους ναρκωτικών, τη σκληρότητα των συνομηλίκων τους, την αποπλάνηση από ιδέες που γοητεύουν και το κακό συναπάντημα.
    Μαμάδες, διακριτικά, αλλά επιμελώς μακιγιαρισμένες μπαινοβγαίνουν σε καταστήματα, διαβαίνοντας φωτοκύτταρα, ενώ ηλεκτρονικά καμπανάκια ηχούν και ξοδεύουν μισθούς και μηνιαίες αποδοχές.
    Πατεράδες βηματίζουν αργά με τα χέρια απιθωμένα στη λαβή του καροτσιού. Αφήνουν το βλέμμα να πλανηθεί πάνω σε μια θάλασσα από βιτρίνες, φώτα και κυλιόμενες σκάλες.
    Φτωχοδιάβολοι μάταια προσπαθούν να ξοδέψουν χρόνο, χρόνο που κουράζει, χρόνο βασανιστικό, χρόνο ανεξάντλητο - αδύνατον να ξοδευτεί. Παντού το πλήθος στροβιλίζεται. Μέσα σε φώτα χιλιάδων βατ και μια μουσική που σκοπό έχει όχι να ακούγεται, αλλά να  «ενσταλάζει» και να «υποστηρίζει», κινείται μια ζωντάνια σχεδόν πένθιμη. Παντού υπάλληλοι που καλωσορίζουν, που εξυπηρετούν, που ευχαριστούν, που ξεπροβοδίζουν, που αποχαιρετούν, άγρυπνα εποπτευόμενοι από κάμερες και διαρκώς αξιολογούμενοι.
     Με κάθε καλωσόρισμα, με κάθε «παρακαλώ πως μπορώ να εξυπηρετήσω;» με κάθε «ευχαριστώ» και κάθε «να’ στε καλά», με κάθε αναγγελία της τιμής, με κάθε τρόπο, σου λένε πόσο λίγο σε εκτιμούν!  
     Συναντήσεις διευθυντών πωλήσεων, υπευθύνων ασφαλείας, διευθυντών προσωπικού, σεκιουριτάδων, δημοσιοσχεσιτών, διαφημιστών, συμβούλων επιχειρήσεων, ειδικών «τεχνικής υποστήριξης», ψυχολόγων, ειδικών της διασκέδασης, ειδικών «επικοινωνίας», όπου κανείς δεν αγγίζει κανέναν, παρά με μια φευγαλέα χειραψία που δεν αφήνει κανένα ψυχικό ίχνος στην παλάμη.
    Συσκέψεις και συναντήσεις κάτω από την αδιάκοπη πίεση ενός τυραννικού χρόνου που όμως συνεχίζονται μέσα από τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας και e-mail. Η «επιστήμη» του μάρκετινγκ σε πλήρη εφαρμογή.
    Κλιματιστικά, μοκέτες, γυαλιστερά δάπεδα, ψευδοροφές, καλυμμένα καλώδια, τουαλέτες που καθαρίζονται ανελλιπώς· ένας κόσμος που εξόρισε τη φτώχεια που δεν παύει να γρατζουνάει τα τζάμια.
    Χώροι διαρκώς φυλασσόμενοι, βιντεοσκοπούμενοι και σε συνεχή μετάπλαση. Και υπάλληλοι που τρέχουν, που σκύβουν, που σπρώχνουν, που τραβούν, που ανασύρουν, που χαμογελούν κι ο ιδρώτας τους είναι πάντα κρύος.
    Ένας κόσμος υψηλά στρατιωτικοποιημένος όπου πίσω από την ανεμελιά κρύβεται το κέρδος, ο έλεγχος και η πιο σκληρή δουλειά.
   Η γλώσσα δεν κρύβει το γεγονός: έρευνα αγοράς, διαφυγόντα κέρδη, πλάνο επιχειρήσεων, μονάδες, target group, στόχευση, δείκτης ασφαλείας, στρατηγική, τακτική, πεδίο δραστηριοτήτων κ.ο.κ.
    Όμως όλα κυλούν σε μια ατμόσφαιρα επίπλαστης ευγένειας, η οποία είναι ακριβώς, το «μοντέρνο στυλ», που για να εμπεδωθεί χρειάστηκε μια εκπαίδευση υπαλλήλων η οποία περιελάμβανε «smiling course» - αφού το να λες τα ψέματα με χάρη αποδείχτηκε το πλέον προσοδοφόρο.

    Και πρέπει να είσαι πλήρως ενσωματωμένος και περιχαρακωμένος για να μπορείς να παραβλέπεις όλα αυτά και να καμώνεσαι τον ικανοποιημένο.
    Όντως, αυτό που προκαλεί ερωτήματα είναι, πώς ο άνθρωπος του καιρού μας γίνεται αυτόβουλα επισκέπτης τέτοιων σκηνικών ομαδικής πειθαρχίας και θήραμα τέτοιων πρακτικών και συνεργάζεται στη διατήρηση μιας κάλπικης ευδαιμονίας. Και δεν είναι μόνο ότι η σύγχρονη κολακεία έκανε, με την βοήθεια των ψυχολόγων, αξιόλογα βήματα, αλλά πρέπει να είναι βαθιά η δίψα τού σύγχρονου πληβείου να του φερθούν σαν να ήταν άρχοντας. Γιατί ο ψυχικός πυρήνας των μη τόπων είναι η επίφαση και η πλαστότητα. Καθόλου παράξενο λοιπόν που κυριαρχεί ένας φόβος λεπτός και αδιόρατος σαν τον Υπερίτη.

    Και παντού, το απλανές βλέμμα και ένα χαμόγελο σχεδόν μορφασμός.

    Κανείς δεν μοιάζει να πηγαίνει πουθενά, όλοι μοιάζουν να φεύγουν. Σαν κάτι να έχει συντελεστεί: η κυριαρχία του νεκρού πάνω στο ζωντανό, το οποίο, κάθε φορά που προσπαθεί να ανασυσταθεί σαν ζωντανό, υπόκειται στη διάλυση. Ένας κόσμος διαίρεσης. Μια σύγχρονη εκδοχή του Άδη.
   
    Οι μη τόποι είναι τόποι στοιχειωμένοι. Μόνον και μόνον η Ύβρις της σύλληψης και κατασκευής τους γνέφει προς την καταστροφή να πλησιάσει.
     Η τρομοκρατία στοιχειώνει τα αεροδρόμια. Ο μασκοφορεμένος ληστής, ο ξένος, ο εισβολέας και το φάσμα του όχλου στοιχειώνουν τα προάστια και τα «σύγχρονα σπίτια». Η πυρκαγιά και ο παρανοϊκός  δολοφόνος – που στη φαντασία του δεν βλέπει και δεν σκοτώνει ανθρώπους, αλλά καταστρέφει ανθρώπινες κούκλες – στοιχειώνουν τους αχανείς χώρους της οργανωμένης διασκέδασης.

    Οι σύγχρονες αγορές, όπως και οι υπόλοιποι μη τόποι, διαρκώς αποκεντρώνονται - για την ακρίβεια εκρήγνυνται προς αέναα διαστελλόμενες περιφέρειες πόλεων - πόλεων που πρέπει διαρκώς να απονεκρώνονται - και συνδέονται μεταξύ τους με νέες αρτηρίες ταχείας κυκλοφορίας. Είναι η δόξα της πολεοδομίας.
    Χώροι τεχνολογικής αυταρέσκειας υποβάλλουν ένα δέος σχεδόν θρησκευτικό και γίνονται ναοί όσο η τεχνολογία και το εμπόρευμα έγιναν θεοί.
    Μια εικόνα καθαρότητας, μια ονειροφαντασία του άσπιλου και του αμόλυντου που ενδόμυχα ποθεί την βεβήλωση.
    Μέσα στις ομοιόμορφες, ευδιάθετες μουσικές και τις υπνωτικές αναγγελίες μεγαφώνων κυοφορείται ο εμπρησμός και η λεηλασία.

    Ένας κόσμος που τρέμει και φοβάται την εξαγγελθείσα και διαρκώς αναβαλλόμενη καταστροφή και ταυτόχρονα ονειρεύεται και εύχεται κρυφά το χαμό και το τέλος του.

                                                                                                
                                                                                                        Β.Η

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019

Οχτώ Δεκέμβρη του Οχτώ


Σαν τυλίχτηκε στις φλόγες
το Δένδρο στην πλατεία Συντάγματος
κι άρχισε να φουντώνει για τα καλά
όλοι κατάλαβαν πως ένα γεγονός
είχε συντελεστεί
Ο θάνατος των Χριστουγέννων
ήτοι: της μεγάλης αθεϊστικής
γιορτής του καπιταλισμού
Δεν ήταν το τέλος μιας
αυταπάτης
ήταν ο θάνατος της
προσποίησης
Εξ ου και το
Πένθος

*