Σάββατο 27 Αυγούστου 2016

Ας μη πεθάνουμε Αύγουστο!

   


     Η ώρα του μεσημεριού το καλοκαίρι στον Νότο, στην Ανατολή. Η πιο σκληρή ώρα. Η σιωπή της… σχεδόν μεταλλική. Πιο αβυσσαλέα, πιο υπομνηστική κι από το μεσονύκτι. Ακινησία νεκρική μες τη μεγάλη ζέστη. Σαν να ακούγεται ο Άλλος Κόσμος. 
    Η ώρα των Μυστικών, των παιδιών, των αλαφροΐσκιωτων και των τζιτζικιών. Η πιο μοναχική. Η ώρα των ψιθύρων. Της ερημιάς η ώρα.

    Ο Αύγουστος είναι ο αδιαμφισβήτητος βασιλιάς του Καλοκαιριού. Ο Ιούλιος είν’ ο πρίγκηπας που βαδίζει προς την στέψη.

    Ο Διαβάτης Χρόνος βαδίζοντας μες τις μέρες πλησιάζει προς τον Αύγουστο ή απομακρύνεται απ’ αυτόν. Σαν τον άνθρωπο που διασχίζοντας μία πόλη, κάποια στιγμή φτάνει στο κέντρο της και πέφτει μέσα στη Γιορτή- ο Ήλιος στέφεται Βασιλιάς της ζωής. Ας τον αποκαλέσουμε λοιπόν: ο Εορταστικός μήνας Αύγουστος. Ας μη πεθάνουμε στη διάρκεια της βασιλείας του. Κι ας μη ζήσουμε... χωρίς τον Αύγουστο της ζωής μας!

    Στην Αβάνα, στα 1987, βρήκα ένα ρώσσικο βιβλίο με έργα του Αρμένη Σαριάν. Αξίζει μια απόδοση τιμής η παλιά Σοβιετική Ένωση! Μια χώρα σχεδόν Μυθική! Ας είναι καλά και η Κούβα η ταπεινή!
    Το παλιό Γιερεβάν. Σκυλιά που λουφάζουν στη σκιά, μες τη ζέστη του μεσημεριού στην Κωνσταντινούπολη. To χιονισμένο Αραράτ...

           
                         Οι φοίνικες και οι ασβεστωμένοι τοίχοι
                         μες τη γαλάζια νύχτα. Τα ζώα...

    Η Ανατολή του 1905. Η Κεντρική Ασία της δεκαετίας του ’30. Έμοιαζαν τόσο οικείες, μέσα απ' τα παιδικά μου χρόνια. Τυχερός που γεννήθηκα σ’ ένα σταυροδρόμι κόσμων. Κι έζησα στη σύμπτωση κάποιων στιγμών.

                                                                                                              Β.Η 

Δευτέρα 15 Αυγούστου 2016

Ο Πρίγκηπας Κροπότκιν

                  






    Πέρσι το καλοκαίρι, ο Κώστας Δεσποινιάδης, των εκδόσεων «Πανοπτικόν», μού ζήτησε το πορτραίτο του Πέτρου Κροπότκιν. Τού απάντησα ότι θα το φτιάξω όταν σπάσει η δουλειά. Όταν ήρθε λοιπόν ο γλυκός Οκτώβρης καταπιάστηκα με τη φωτογραφία που μού είχε στείλει. Δούλευα εν μέσω τσιγγανόπουλων που μ’ ένα σαράβαλο ακκορντεόν εξασκούσαν το αρχαίο επάγγελμα της επαιτείας και Μπαγκλαντεσιανών που πουλούσαν κινέζικα μπιχλιμπίδια.
    Το πόστο μου ήταν έξω από το παλιό νοσοκομείο του Τάγματος των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη και τώρα Αρχαιολογικό Μουσείο της Ρόδου- έξω από την Εθνική Τράπεζα και κάτω από τον μέγα Πλάτανο όπου κάποτε οι Τούρκοι κρέμαγαν ανθρώπους. Η οδός Ιπποτών, ένας από τους ομορφότερους δρόμους στον κόσμο, είχε την εκβολή της ακριβώς δεξιά μου και κατέβαζε κύματα δροσιάς και πλήθη τουριστών.
    Εκεί και ο κήπος, μέσα από την καγκελόπορτα, στην πίσω πλευρά του Μουσείου, όπου ο ήχος του νερού ακούγεται μέρα και νύχτα, όπου πουλιά πίνουν από τη μικρή γούρνα και αρχαίες γάτες κοιμούνται πάνω σε κόχες και οβελίσκους. Και μέσα σ’ αυτόν τον κήπο ανελλιπώς γεννιότανε η νύχτα.
     Δούλευα μόνος αφού πολλοί συνάδελφοι-ικανοί τεχνίτες- είχαν αποχωρήσει σε μακρινά ξενοδοχεία, εγκαταλείποντας την πιάτσα τους – αφρόντιστα είναι αλήθεια-στους τυχάρπαστους και τους κακοτέχνες. Η πλατεία του Μουσείου ήταν ένα από τα τέσσερα σημεία όπου δούλευαν οι ζωγράφοι που είχαν απομείνει. Βέβαια όλοι αυτοί οι Ασιάτες και οι τσιγγάνοι γύρω μου, αυτοί οι περιφρονημένοι, ήταν οι καινούριοι συνάδελφοί μου και καινούριες γνωριμίες αλλά τι μοναξιά να δουλεύεις μακριά από τους ομοίους σου, ανάμεσα σε ανθρώπους με τους οποίους δεν μπορούσες να μοιραστείς τις χαρές του «Σχεδίου» και τη γλώσσα που επεξεργαστήκαμε επί 3 δεκαετίες.
     Έπειτα η ξενοιασιά είχε χαθεί μαζί με την αφθονία. Από παντού «έβγαιναν» αναγκεμένοι κι αυτοί που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα.
     Έτσι, το καλοκαίρι του ’13, έφυγα κι εγώ σ’ ένα ξενοδοχείο. Ύστερα ξαναγύρισα στο δρόμο. Όπως το κογιότ γυρίζει στην έρημο. Όπως το σκουλήκι ξαναγυρίζει στο βάλτο. Αυτή η επιστροφή όμως δεν είχε τη βαθιά χαρά ενός homecoming. Είχα απλά ξαναβρεθεί μέσα στην καταστροφή. Πικροί που είναι οι γυρισμοί όταν το τέλος έχει επέλθει!

Καμιά φορά, μού έρχονταν στο μυαλό οι στίχοι του Χάουσμαν:

                              Αυτή είναι η γη της ευδαιμονίας που εχάθη
                              Τη βλέπω ολοκάθαρα να λάμπει
                              Οι στράτες της που έπαιρνα παλιά
                              που δεν μπορώ και πάλι να διαβώ…

    Εκεί, λοιπόν, έξω από την τράπεζα - εκτός από τις δυό μέρες που πήγα στην Αθήνα για να ψηφίσω-  έζησα το καλοκαίρι των capital controls και το σοκ που υπέστησαν οι μαγαζάτορες και οι συνταξιούχοι, αυτά τα γνήσια «παιδιά της Ελλάδος». Ήταν εμβρόντητοι όπως θα ήταν κάποιοι πιστοί αν ο παππάς έβγαινε στον άμβωνα και ανακοίνωνε πως ο Άρτος και ο Οίνος αρνούνται να μετουσιωθούν σε «Σώμα και σε Αίμα» του Κυρίου. Εγώ βόγκαγα, όλο χαιρεκακία, πίσω από το καβαλέτο μου: «λεφτά υπάρχουν». Οι περισσότεροι με κοίταζαν στραβά και έστρεφαν το βλέμμα ψηλά προς τον πλάτανο- ήταν σα να αντίκριζαν κορμιά να κρέμονται ακόμα απ’ τα κλαριά. Μετά καβάλαγαν κάτι θυμωμένα μηχανάκια και εξαφανίζονταν.  
    Κανά-δύο με ρώτησαν: εσύ τι προτείνεις? Και όταν ανέπτυσσα την άποψή μου, δηλαδή τούς περιέγραφα ένα μακρύ ταξίδι μέσα από την έρημο, ότι πρέπει να ξεχάσουμε τα φαύλα πλούτη της κοιλάδας του Νείλου, όταν τους περιέγραφα την άφιξη σε μια γη Χαναάν η οποία, αν όχι και τόσο πλούσια, ξέρει όμως να ανταποδίδει (η εικόνα βέβαια τούς ήτανε οικεία σαν Ιουδαιοχριστιανοί που ήσαν) τότε, με κοίταγαν σαν άνθρωπο που έχει βίτσιο να υπόσχεται ταλαιπωρίες. Και έτσι για μια ακόμα φορά οι πολίτες αποδείχτηκαν ψηφοφόροι και ο λαός, πληθυσμός. Φυσικό ήταν λοιπόν να επικρατήσουν οι αρουραίοι αφού αντιπροσώπευαν τη μεγάλη μάζα και γνώριζαν τις κρυφές επιθυμίες της καλύτερα και από την ίδια. Όσοι βέβαια, σαν και μένα, ποντάριζαν στο «ατύχημα» ήταν προορισμένοι να απομονωθούν. Ήταν λοιπόν για όλους, και τους μεν και τους δε, ένα πολύ μπαμπέσικο καλοκαίρι.
    Έτσι, στον απόηχο μιας τέτοιας «θερμής εποχής» κι ενός γλυκόπικρου καλοκαιριού, εγώ δούλευα τον Κροπότκιν. Τα τσιγγανάκια με ρωτούσαν: Ποιος είναι ο παππούς? Οι ντόπιες που περνούσαν ρώταγαν: Ποιος είν’ αυτός? Παππάς? Εγώ απαντούσα με μια σκοτεινή αξιοπρέπεια: Ο Κροπότκιν, Μέγας Γεωγράφος! Ή, ο Πέτρος Κροπότκιν, αναρχικός φιλόσοφος και επαναστάτης! Και οι τουρίστες πέρναγαν αδιάφοροι.
     Μόνο μια φορά μια μεσόκοπη γυναίκα ξέκοψε από ένα γκρουπ Ρώσσων, επεξεργάστηκε το πορτραίτο και με βαριά ρώσσικη προφορά ρώτησε: Πιότρ Κροπότκιν? Και μετά ξαναχάθηκε μες τη μάζα πριν προλάβω να μάθω το πώς και το τι. Ούτε βέβαια οι Ρώσσοι γνώριζαν κάτι παραπάνω από το μέσο Ευρωπαίο. Ο σταλινισμός τούς είχε καταστρέψει.
    Καμιά φορά, σερνόμουνα σα τον παραλυτικό που γυρεύει γιατρειά, σα τον τυφλό το φώς του, ως τη βάση της Ιπποτών, που η μακρινή αρχή της και κορφή της είναι στραμμένη προς τη Δύση, κι αντίκριζα το βασίλεμα του ήλιου που γέμιζε τον δρόμο με ζεστό φώς- το μόνο χρυσάφι που αξίζει κυνηγητό. Και ο δρόμος όλος γινότανε το μονάκριβο πετράδι του Στέμματος μιάς  ένδοξης βασιλείας που δύει. Ύστερα η νύχτα τύλιγε όσους είχαν ακόμα δύναμη κι ανάγκη να ερωτεύονται.
   
     Μια μέρα την ώρα που σουρούπωνε ένας άνθρωπος στάθηκε μπρος στο καβαλλέτο. «Α,χα!» έκανε με μια παιχνιδιάρικη λάμψη στα μάτια, «Ο Πέτερ Κροπότκιν!» Ένοιωσα σαν τον ναυαγό που διασώζεται από το πλοίο που μάζεψε τη μπουκάλα που πέταξε πριν από 3 χρόνια στη θάλασσα. «Από πού είσαι?» ρώτησα κοιτώντας τον ασκαρδαμυκτί. «Ολλανδός», είπε. Και αμέσως: «Εδώ είσαι κάθε μέρα? Θα έρθω να σε βρω να μιλήσουμε». Και έτρεξε να προλάβει τη γυναίκα του και ένα φιλικό ζευγάρι που φεύγανε. Ο άνθρωπος ήταν γύρω στα 60 και είχε μια νεανική αύρα.
    Δυό μέρες μετά, ήρθε και με βρήκε καθισμένον στο σκαλάκι, δίπλα στην παλιά βρύση, την ίδια ώρα, την ώρα που δειπνούσα. «Πώς ξέρεις τον Κροπότκιν?» ρώτησα. «Είμαι Συμβουλιακός είπε. Στην Ολλανδία αγωνιζόμαστε πάνω από 30 χρόνια για τη Δημοκρατία». Και ξανοιχτήκαμε σε μια συζήτηση για τον Άντον Πάνεκοοκ, τον παλιό Ολλανδό Συμβουλιακό, τον Γιόχαν Χουιζίγκα με τον «Άνθρωπο που παίζει» και την κατάσταση του κόσμου σήμερα.
    «Τι κρίμα!» είπα τη στιγμή που αποχαιρετιόμασταν, «τέτοια συζήτηση να γίνεται ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν είναι δα και στην πρώτη νιότη! Η νεολαία σήμερα έχει αποκοπεί απ’ αυτά τα ρεύματα σκέψης». «Μη σε νοιάζει!» μού φώναξε φεύγοντας, «Εσύ κι εγώ θ’ αλλάξουμε τον κόσμο!»  Ήξερα λοιπόν ότι βρισκόμουν μπροστά σε έναν «ενηλικιωμένο έφηβο» και άνθρωπο πιο αισιόδοξο ακόμα κι από μένα!
    Και απόμεινα ξανά μονάχος, ενώ άναβαν τα φώτα, μες στα αλλεπάλληλα κύματα των Ευρωπαίων νέο-βάρβαρων, των μαγαζατόρων που καιροφυλακτούσαν μέσα στις τρύπες τους, των φτωχών Μπαγκλαντεσιανών που είχαν ξεφύγει από τη λάσπη του Πουντζάμπ και των τσιγγάνων που ξέφευγαν για λίγο από την αθλιότητα των καταυλισμών. Κατά κύματα έρχονταν και περνούσαν τα πλήθη των αδαών με μόνη σκέψη στο μυαλό, τη σκέψη του χρήματος, στις βιτρίνες γυρεύοντας ψυχαγωγία… και τα φώτα άναβαν… και μέσα στη ζεστή νύχτα σηκωνότανε ο ντόρος του παζαριού. Ξανακάθησα στο καβαλέτο, κοίταξα πάλι το πορτραίτο, θαύμασα τους χιλιάδες κόκκους κάρβουνου που, αντανακλώντας το πλάγιο ηλεκτρικό φως, άστραφταν πάνω στην άγρια επιφάνεια του χαρτιού σαν πολύτιμα πετράδια: «τι να κάνουμε…» αναστέναξα, «Αυτή είναι η κατάσταση του κόσμου σήμερα»!
    Μού ήρθε τότε στο μυαλό ξανά, η κηδεία του γερο-επαναστάτη από ένα παλιό φιλμ εκείνης της εποχής. Πλήθη κόσμου ακολουθούν το φέρετρο μέσα στα χιόνια στη Μόσχα. Είναι 1921. Η καμπή. Η κάμψη. Η εκφορά περνάει έξω από τον μεγάλο Καθεδρικό ναό της Μόσχας και οι Τολστοϊκοί αναρχικοί έχουν βγει στα πλατιά σκαλιά και γέρνουν μεγάλες μαύρες σημαίες αποδίδοντας τιμή στον μεγάλο Αποχωρούντα. Άλλες σημαίες γέρνουν προς τη μεριά τους από την πλευρά της πομπής αντιχαιρετώντας. Ήταν η τελευταία φορά που οι σημαίες των Αναρχικών κυμάτιζαν στην επαναστατημένη Ρωσσία. Δικαιολογημένα ήτανε μεσίστιες!
     Αλλά οι εποχές ήτανε τιτάνιες! Η ανθρωπότητα έκανε φιλότιμες προσπάθειες να ζήσει όπως της άξιζε.

    Ας είναι καλά ο φίλος μου ο Δεσποινιάδης που μού ‘στειλε τον Πέτρο Κροπότκιν για να τον φιλοξενήσω μερικές ημέρες. Πρόκειται για κάποιον που το επαναστατικό του πάθος δεν τού αφαίρεσε τίποτα από τη γλυκύτητα που είχε σαν άνθρωπος. Incognito ήρθε στη Ρόδο στα 2015 και έφυγε όπως είχε έρθει, άγνωστος μεταξύ αγνώστων.
                                                                                              
                                                                                                                                 Β.Η

Παρασκευή 5 Αυγούστου 2016

Τουρκία


    Ο Κεμάλ είναι ο βλοσυρός «Πατέρας των Τούρκων». Είναι αυτός που θα κάνει μια συρραφή ιδεολογημάτων και μύθων και θα κατασκευάσει μια συλλογική ταυτότητα. Μια χώρα πρέπει να φαμπρικαριστεί από τα υπολείμματα μιας ξεπεσμένης αυτοκρατορίας.
    Ο Χίτλερ είναι ο γιός της Γερμανίας. Αυτός που θα πάρει εκδίκηση για την ταπείνωση της «Ευγενικής Μητέρας». Περιφρονεί βαθιά τους στρατηγούς του Γενικού Επιτελείου και μισεί την τάξη των Πρώσσων Γιούνκερ. Αυτός είναι ένας απλός δεκανέας στο μέτωπο, τραυματίας στο νοσοκομείο, ζαλισμένος από την ήττα «σαν όλους τους έντιμους συμπολεμιστές». Η εποχή του θρήνου και των δεινών όμως θα παρέλθει. Ο ίδιος θα γίνει η προσωποποίηση του Μύθου της Νιότης. Ο δημιουργός του νέου γερμανικού σφρίγους.
    Ο Ερντογάν ανήκει στους Μαύρους Τούρκους. Ο πληβείος που ανέρχεται εις πείσμα των αντιξοοτήτων. Ο παρορμητικός γιός της τούρκικης πλέμπας με το αταβιστικό μίσος της προς την αριστοκρατία των στρατηγών και τους Λευκούς Τούρκους που διασκεδάζουν στα γκαζόν και τις πισίνες και κοιτούν προς τα Δυτικά. Είναι ο νεαρός Σουλτάνος που ασφυκτιά στην Άγκυρα και αδημονεί να «καταλάβει την Πόλη» ξανά. Οι φτωχοί και περιφρονημένοι αγροτικοί πληθυσμοί της ενδοχώρας, οι παρίες των πόλεων βλέπουν σ’ αυτόν, τον άνθρωπό τους που «τους κοιτά στα μάτια» και τους μιλά για τον εαυτό του και «τον αγώνα του». Τον ακούν να τους καλεί σε βοήθεια.
     Δεν είναι όμως αυτοί  που κυριολεκτικά θα τον σώσουν. Είναι οι ρουφιάνοι και οι χαφιέδες του καθεστώτος που δημιούργησε, άνθρωποι στα όρια του υποκόσμου, που τούς έγινε η τιμή να κουβαλάν ένα πιστόλι στην κωλότσεπη και μια κομματική ταυτότητα, τα νέα παραστρατιωτικά σώματα και οι εγκάθετοι, όλοι τους ξετρελλαμένοι «από αυτό που πήγε να γίνει», απ’ τον φόβο ότι χάνανε το μόνο μέλλον που μπορούσανε ν’ αδράξουν (εξ ου και η οργή και βαρβαρότητα με την οποία επέπεσαν στους συλληφθέντες). Και επιπλέον, οι μυστικές υπηρεσίες και ένας- δυό οππορτουνιστές διοικητές μεγάλων μονάδων- πάντα οι οππορτουνιστές. Δυναμικό απείρως πυκνότερο από φαντάρους που, ναι μεν, είχαν βαρέα όπλα αλλά δεν γνώριζαν «πού έχουν μπλέξει»
     Σε ένα βιντεάκι από την κατάληψη του CNN Turk φαίνονται καθαρά οι αδυναμίες των πραξικοπηματιών. Στρατιώτες «πολύ αραιά στελεχωμένοι» ξοδεύνται σε κουβέντες με πολίτες και δημοσιογράφους που έχουνε συρρεύσει, διαταγές δίνονται που συζητιούνται, χειραψίες συναδέλφωσης ανταλλάσσονται, γυναίκες περιφέρονται και μιλούν στα κινητά τους ενώ άλλοι τραβούν βίντεο και φωτογραφίες. Αποφασιστικός χρόνος χάνεται, η αρχική βούληση βαλτώνει και καταλήγουν να συλληφθούν από τους εγκάθετους. Έλειπαν οι «πωρωμένοι» νεαροί αξιωματικοί που θα τους διατάξουν, με το όπλο σηκωμένο, να πυροβολήσουν πάνω σε πολίτες. Έτσι όμως χάνονται πραξικοπήματα που δεν επικρατούν ακαριαία. Δεν έγινε έτσι στη Χιλή, όπου ο Πινοσέτ είχε την αποφασιστικότητα αλλά και τους ανθρώπους που ήταν διατεθειμένοι να σφαγιάσουν έναν λαό που ήταν στους δρόμους.
    Και ο Φράνκο, αρχετυπικός φασίστας, με το προνουνσιαμέντο του, διασώζει την τάξη των προνομιούχων ανακηρύσσοντας τον εαυτό του «φύλακα» της Σάντα Εσπάνια. Έχει πίσω του τον Κλήρο, τους φεουδάρχες και τα σκοτάδια. Αποβιβάζεται στην Ισπανία επικεφαλής Μαρροκάνικων στρατευμάτων και είναι διατεθειμένος να φέρει σε πέρας έναν μακρόχρονο Εμφύλιο και να ξεπαστρέψει τη μισή Ισπανία για να σώσει την άλλη μισή.
    Όποιος κάνει κίνημα, «βάζει το κεφάλι του στον ντορβά» κι αν δεν είναι ανηλεής θα καταλήξει στον τοίχο!
    Και οι Έλληνες συνταγματάρχες μπορεί να ήταν «άκαπνοι» αλλά ήταν ικανότατοι συνωμότες. Πρόλαβαν τον Βασιλιά και τους στρατηγούς του στις 21 Απριλίου και έδειξαν «τσαγανό» στις 13 Δεκεμβρίου. Ο Πατίλης, στρατιωτικός που είχε αναλάβει το Υπουργείο Β. Ελλάδος, σηκώθηκε άρρωστος από το νοσοκομείο και μπήκε από την πίσω πόρτα στο Γ’ Σώμα Στρατού στη Θεσσαλονίκη κι ανέλαβε τη διοίκηση, ενώ ο Περίδης- Διοικητής του Σώματος, που είχε το γενικό πρόσταγμα του «κινήματος»- έμπαινε, λίγα λεπτά αργότερα, από την μπροστινή. Τον βρήκε καθισμένο στη θέση του και τον άκουσε να διατάζει να τον συλλάβουν.
     Ο Βασιλιάς, στην Καβάλα, είχε στα χέρια του τον στρατό στον Έβρο και την τεθωρακισμένη μεραρχία στην Κομοτηνή, αλλά δήλωσε ότι δεν ήθελε να χυθεί αίμα και πήρε το αεροπλάνο για την Ιταλία. Ναι, αλλά πώς γίνονται τα πραξικοπήματα και πώς επικρατούν? Με μπουνιές?
     Ενώ οι χουντικοί είχαν εμπιστοσύνη μόνο στους εαυτούς τους (ίσως ούτε και σ’ αυτούς) οι πιστοί στον Βασιλιά είχαν υπερβολική εμπιστοσύνη στο κύρος των διαταγών τους και «στην Ιεραρχία». Κάπως έτσι, συν τη νωθρότητα, καταλήγεις στη φυλακή ή, στην καλύτερη περίπτωση, στην εξορία. Αντίθετα, οι συνταγματάρχες που είχαν τρομάξει βαθιά μέσα σ’ έναν εμφύλιο που κερδήθηκε με διαφορά στήθους κι όπου, «εξ απαλών ονύχων», είχαν εμπεδώσει πως κάθε λογής αθλιότητα επιβραβεύεται, ήδη μια φορά σφετεριστές, δεν ήταν διατεθειμένοι να χάσουν. Από πολλές απόψεις το πρόσφατο τούρκικο πραξικόπημα μοιάζει με το «κίνημα» του Βασιλιά.
                                           ………………

    Με αφορμή όλη αυτή την αθλιότητα που μάς έρχεται από την γειτονική χώρα θα ήθελα να πω, γρήγορα, κάποιες σκέψεις.
1ον) Αυτό που παρουσιάστηκε από την Τούρκικη κυβέρνηση, σαν λαός στους δρόμους, λαός εν δράσει  για την προάσπιση κ.λ.π  κ.λ.π  δεν είναι παρά ο παλιός καλός  «τούρκικος όχλος». Γνωστός μας από τα γεγονότα του ’55 στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι κι αλλοιώς, στην Τουρκία, παραδοσιακά, ο «όχλος» επιλαμβάνεται πολλών θεμάτων εσωτερικής και καμιά φορά και εξωτερικής πολιτικής.
2ον) Αυτό που μάς παρουσιάστηκε εδώ, σαν Τούρκικο οικονομικό θαύμα, ανάπτυξη, ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, άριστη διπλωματία, ανάδυση «μιάς ισχυράς Τουρκίας», διανθισμένο με τούρκικα σήριαλ και μπόλικη υποκουλτούρα, αποδείχθηκε  «τζόγος» με πολλές (αποτυχημένες) μπλόφες.  Φάνηκε τώρα και η πίσω του πλευρά, η σκοτεινή… και τα πήλινα πόδια: ένας δικτατορίσκος  και οι φιλοδοξίες του, σε μια χώρα χωρίς ομοψυχία.
3ον) Όσο περνούν οι μέρες, μάς έρχονται νέα για τους εξευτελισμούς που υφίστανται στα κελλιά και στα κρατητήρια οι συλληφθέντες. Η Τουρκία δεν παύει να εκπλήσσει τον κόσμο (όσους, τέλος πάντων, επιθυμούν να εκπλήσσονται),  πόσο πιστή παραμένει στο «Εξπρές του Μεσονυκτίου».  Με τα τελευταία γεγονότα όλη η παθολογία της σύγχρονης Τουρκίας βγήκε στη φόρα: The shit bucket hit the fan που λένε και οι Αμερικάνοι, δηλαδή ο κουβάς με τα σκ… χτύπησε τον ανεμιστήρα.
     Όλα τα εθνικά κράτη έχουν χρησιμοποιήσει λίγη ή περισσότερη βία για να απορροφήσουν μειονότητες, να εξαφανίσουν μειονοτικές κουλτούρες και ξένες γλώσσες εντός των συνόρων τους και να πετύχουν ομοιογένεια. Βασίζονται όμως σε μιά, περισσότερο ή λιγότερο, συμπαγή πλειοψηφία και εκπροσωπούν ένα έθνος και κάποιες αρχές δικαίου. Αλλά η Τουρκία είναι μια εγκληματική χώρα όπως το Ισραήλ, η Ναζιστική Γερμανία και η Ν. Αφρική του απαρτχάιντ. Θεμελιώθηκε πάνω στη γενοκτονία και την καταπίεση. Μια μειοψηφία Τούρκων κατάφερε να επιβληθεί σε μια πανσπερμία λαών που κατοικεί ανέκαθεν στη Μ. Ασία. Εκτούρκισε με τη βία ή την απειλή βίας και προέβη σε γενοκτονίες όπου ήταν αδύνατον να αφομοιώσει. Πόντιοι, Έλληνες των Μικρασιατικών παραλίων, Αρμεναίοι και τώρα οι Κούρδοι μπορούν να καταθέσουν.
 Έχει ενδιαφέρον ότι η γενοκτονία των Αρμενίων το 1915 έγινε με Γερμανούς συμβούλους. Πολύτιμη πείρα αποκτήθηκε από τους τελευταίους που, 25 χρόνια μετά, θα αναλάμβαναν να λύσουν και το «Εβραϊκό πρόβλημα». Να πώς Νεότουρκοι και Ναζήδες  συναντώνται!  Δεν είναι λοιπόν η Τουρκία «μια χώρα σαν αυτές που ξέρουμε». Και όπως ευφυώς ελέχθη: Η Τουρκία δεν έχει Ιστορία έχει ποινικό μητρώο. Εύλογο, αφού η Ιστορία της είναι μια Ιστορία κυριαρχίας. Καλόν είναι να ξέρουμε με ποιους έχουμε να κάνουμε και να μην εξωραΐζουμε.
4ον) Η Τούρκικη ιθύνουσα τάξη (και ο Ερντογάν) μιλάει για «τους λαούς της Τουρκίας» κάνοντας έτσι μια έμμεση παραδοχή. Γιατί δεν μας λένε όμως ποιοί ακριβώς είναι αυτοί οι λαοί? Με ποιο τρόπο «τσουβαλιάστηκαν» και σήμερα μιλάνε τούρκικα?
 27 γλώσσες μιλιούνται ακόμα στη Μ. Ασία. Στα παράλια του Αιγαίου η μεγάλη πλειοψηφία των κατοίκων είναι εκτουρκισμένοι Έλληνες-μια ματιά στις όψεις τους θα σας πείσει. Κάποιοι θυμούνται ακόμα λίγα ελληνικά. Εξισλαμισμένοι  Έλληνες παραμένουν στον Πόντο και υπάρχουν ακόμα ελληνόφωνα χωριά. Αρμένιοι επιβιώνουν ακόμα στα ανατολικά, γύρω από τη λίμνη Βαν και το Κάρς. Οι Κούρδοι γεμίζουν όλη τη Ν.Α Τουρκία και πρόσφατα την Ινσταμπούλ.  Ασσύριοι στα σύνορα με τη Συρία μιλούν Αραμαϊκά. Και επιπλέον, Κάρες, Λύδοι, Φρύγες, Παφλαγόνες, Καππαδόκες και άλλοι θα ξυπνήσουν όταν θ’ αρχίσει η διάλυση του κατασκευάσματος. Έχουμε δει κοιμισμένες εθνικές συνειδήσεις λαών που είχαν περάσει στη λήθη (αλλά όχι στην ανυπαρξία) να αφυπνίζονται όταν διαλύθηκε η χώρα που τους περιείχε (Σοβιετική Ένωση).
5ον) Η σύγχρονη Τουρκία είναι μια συνέχεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας περιορισμένης στα όρια της Μ. Ασίας. Η ελληνική αποτυχία το 1922 ήταν η σωτηρία της. Το κρατικό μόρφωμα που επιβίωσε είχε όψη εξαμβλώματος αλλά όλοι κάνανε ότι δεν το βλέπανε. Άλλοι γιατί δεν τολμούσανε ποιούμενοι την ανάγκη φιλοτιμία και άλλοι γιατί τους βόλευε. Το Ανατολικό ζήτημα επιλύθηκε κατά το ήμισυ και το υπόλοιπο αφέθηκε να επιλυθεί εν ευθέτω χρόνω. Αυτός ο χρόνος μετράει μέχρι στιγμής έναν αιώνα, αλλά τι είναι ένας αιώνας μες την Ιστορία? Απ’ ό,τι φαίνεται όμως η αντίστροφη μέτρηση άρχισε.
     Η Τουρκία λοιπόν δεν είναι χώρα κανονική αλλά, σαν τις προαναφερθείσες, μια υπερβολή. Και όπως όλες οι υπερβολές και τα εκτρώματα έχει περιορισμένη ζωή.
6ον)  Οι έξυπνοι διπλωμάτες και πολιτικοί όταν ακούν για «τούρκικο λαό» σιωπούν. Τούς αρκεί το τούρκικο κράτος. Συνήθως είναι…  Αγγλοσάξωνες κι αφού υπηρετούν τα συμφέροντα Δυνάμεων μακρινών και «έκκεντρων» χρειάζονται ένα κράτος στην περιοχή για να «κάνει τη δουλειά». Η «δουλειά» είναι να αποτελεί φραγμό στη κάθοδο της Ρωσίας. Το κράτος αυτό πρέπει υπάκουα να παίζει τούτο τον ρόλο. Η τύχη μιας Τουρκίας «τζαναμπέτικης», ενώ της λείπει η εθνική συνοχή, είναι προδιαγεγραμμένη.
7ον) Η Τουρκία, λόγω εθνικής ανομοιογένειας, δεν μπορεί να πετύχει κανένα είδος Δημοκρατίας, έστω Δυτικού τύπου. Οποιαδήποτε απόπειρα εκδημοκρατισμού θα καταλήξει στη διάλυση. Για να παραμένει ενωμένη χρειάζεται τον «Πατέρα των Τούρκων» ή τους γιούς του, τους στρατηγούς, ή έναν νεο-οθωμανό φύρερ. Οι Δυτικοί ηγέτες το γνωρίζουν και οι πιέσεις που κάποτε ασκούν προς αυτή την κατεύθυνση έχουν εκβιαστικό χαρακτήρα. Ένα αυταρχικό κράτος πρέπει, σαν καπάκι, να σφραγίζει την κατσαρόλα όπου μέσα σιγοβράζουν οι αντιθέσεις. Φυσικά όσο πιο σφιχτά εφαρμόζει τούτο το καπάκι τόσο πιο βίαιη θα είναι η κρίσιμη στιγμή. Προς το παρόν «το γλεντάει» ο Ερντογάν.
8ον) Λέγεται σαν κλισέ, πως τα «βάθη της Τουρκίας» διαφέρουν από τα παράλια. Υπάρχει αλήθεια εδώ. Είναι αυτά «τα βάθη»  που κατέκαψαν την ανέμελη και «άπιστη»  Σμύρνη το ’22. Τώρα με τη θρησκευτική αναβίωση οι δυο Τουρκίες  θα πολωθούν.  Αλλά τι κράτος κοσμικό- κράτος στρατηγών! Που έθεσε τους Σούφι εκτός νόμου- ό,τι γλυκύτερο μάς έδωσε το Ισλάμ! Και ποια η εναλλακτική του- αυτοί που δουλεύουν με τον ISIS!
9ον) Πάγια επιδίωξη του Ελληνισμού πρέπει να είναι η διάλυση της Τουρκίας. Ο τεμαχισμός της σε μια σειρά κρατών: Δυτική Μικρά Ασία, Ανατολική Θράκη με την Ινσταμπούλ και την απέναντι Ασιατική Ακτή και ίσως τα Πριγκηπονήσια, με το πιθανό όνομα Βυζάντιο. Μια Δημοκρατία του Πόντου. Αρμενία , Κουρδιστάν, μια Ασσυριακή κρατική οντότητα στα σύνορα με τη Συρία και ό,τι άλλο ήθελε προκύψει. Και μια Τουρκία γύρω από την Άγκυρα και το Ικόνιο με έξοδο στη Μαύρη Θάλασσα και στη Μεσόγειο.
     Παράξενο? Και όμως, πόσο δίκαιο! Διότι μια Τουρκία απλωμένη στη σημερινή της έκταση είναι μια χώρα με προβληματική ταυτότητα- και μια χώρα με προβληματική ταυτότητα ταλαιπωρεί ποικιλοτρόπως τους κατοίκους της και είναι απειλή για τους γείτονές της.
    Προς τούτο πρέπει κατ’ αρχήν να ειπωθεί από ελληνικά χείλη τι ακριβώς συμβαίνει στη Μικρά Ασία κάτω από τον τούρκικο μπερντέ. Και έναν τέτοιο κατακερματισμό δεν γίνεται να μην τον έχουνε σκεφτεί κάποια υπερατλαντικά γραφεία-ίσως να υπάρχουν και οι σχετικοί χάρτες. Ούτε βέβαια οι Ρώσσοι πρέπει να είναι υπεράνω τέτοιων πειρασμών. Η Ελλάδα θα έπρεπε να ετοιμάζεται να προωθήσει τέτοιες λύσεις όταν έρθει η κρίσιμη στιγμή. Η Τουρκία υπήρξε πάντα ο κακός της δαίμονας. Πρέπει κάποτε να τελειώνει με αυτό. Αλλά κάτι τέτοιο μπορεί να είναι σχέδιο μόνο μιάς Δημοκρατικής Ελλάδας. Η σημερινή είναι φυσικό να βλέπει με δέος το κύμα που σηκώθηκε στην Τυνησία και πέρασε Λιβύη, Αίγυπτο, Συρία και έφτασε στη Σμύρνη, τον Βόσπορο και το Μαρμαρίς. Επόμενο είναι, μετά την Κύπρο, να φοβάται για τα Δωδεκάνησα και τη Θράκη.
     Έναν αιώνα μετά το ’21, το 1922, ο Ελληνισμός περνάει στην άμπωτη. Τα όσα συμβαίνουν (ή δεν συμβαίνουν) τα τελευταία χρόνια προαναγγέλλουν συμφορά. Η παρακμή πρέπει επειγόντως να αναστραφεί.
10ον) Υπάρχουν εδώ σ’ αυτή τη χώρα, άνθρωποι οι οποίοι σχεδόν λυπούνται για την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης δυό αιώνες πριν. Λίγο αν περίμεναν οι οπλαρχηγοί και οι Φιλικοί, μας λένε, οι Έλληνες θα είχαν «πάρει κεφάλι» μες την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Λες και οι Έλληνες άλλη φιλοδοξία δεν είχαν παρά να είναι παρακοιμώμενοι του Σουλτάνου. Είναι σχεδόν Κεμαλιστές ή φιλο-οθωμανοί και, μέχρι χθες, θαυμαστές του Ερντογάν.
     Και η μεγάλη μάζα των τηλεθεατών δόθηκε  πακέτο στα τούρκικα σήριαλ να σκέφτεται ότι αν χάθηκε το Beverly Hills εμφανίστηκε, ποικιλμένη με σιρόπια και λίγη Λωξάντρα, ο Βόσπορος, η τούρκικη εκδοχή. Έτσι κι αλλοιώς ματαιώθηκαν διαδοχικά οι ελπίδες που στρέφονταν στην Αγγλία, στην Αμερική και στην Ευρώπη.
    Η δε ελίτ, οι πολιτικοί απόγονοι των κοτσαμπάσηδων, αναγκασμένοι τώρα να κυβερνάνε μια χώρα μόνοι τους, σα να νοιώθουνε μια νοσταλγία για τα παλιά τους αφεντικά. Ακολουθούν την προαιώνια πολιτική κατευνασμού και το ρητό: χέρι που δεν μπορείς να το δαγκώσεις φίλα το. Είναι βέβαια κάπως θρασύδειλοι, καθόλου περίεργο που συμπεριφέρονται με τέτοια περιφρόνηση στους αδύναμους συμπατριώτες τους.
                                              ………………

    Μια τελευταία σκέψη για τους ανθρώπους τους ειρηνικούς που προσπαθούν να ζήσουν με κάποια εντιμότητα στη γειτονική χώρα. Θα περάσουν δύσκολα χρόνια μέσα στα γεγονότα που θα συμβούν και βρίσκονται μπροστά στη διαδικασία μιας επίπονης αυτοσυνείδησης.
    Το φαντάζεστε? Να ζεις εκεί και να λες: “είμαι Τούρκος”. Και να αναρωτιέσαι: “Τι σημαίνει αυτό? Τι σημαίνει τουρκικότητα?”  Ιλλιγιώδες!


                                                                                            Β.Η