Κυριακή 24 Ιουλίου 2016

Γέρασε και ο πόλεμος

                                 Ο Ύπνος της Λογικής γεννάει τέρατα


                                                Τα φώτα χαμηλώνουν.
                               Σκοτάδι απλώνεται παντού όπως το μαύρο 
                                     κατακλύζει τους πίνακες του Γκόγια.


 «…Έτσι πέρασε η μέρα. Οι Γάλλοι μέναν στη θέση τους… οι δικοί μας αποτραβήχτηκαν από τη φωτιά της μάχης και όλα ήταν σάμπως τίποτα να μην είχε συμβεί. Όλοι μας ήμασταν κατάπληκτοι. Το πρωί ακόμα άλλη σκέψη δεν είχαμε από το πώς να διαλύσουμε το Γαλλικό Στρατό. Εγώ ο ίδιος είχα την πιο απεριόριστη εμπιστοσύνη στο Στρατό μας, στο Δούκα του Braunschweig(1)…  Τώρα μέναμε όλοι μας σιωπηλοί, ο καθένας μόνος του, χωρίς να ξέρουμε αν έπρεπε να στενοχωρηθούμε για την κακοτυχία μας ή να ευχαριστηθούμε για ό,τι έγινε αυτή τη μέρα. Η νύχτα έπεσε και καθίσαμε όλοι γύρω γύρω αλλά, αντίθετα με τη συνήθειά μας, δεν ανάψαμε φωτιές. Οι περισσότεροι σιωπούσαν, μερικοί φλυαρούσαν αλλά κανείς δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί και να σοβαρευτεί. Και καθώς ήμουν αυτός που συνήθως διασκέδαζε τη συντροφιά, κάποιος με ρώτησε τι σκέφτομαι. Και τότε είπα:  "Από εδώ και πέρα αρχίζει μια νέα εποχή της Παγκόσμιας Ιστορίας. Και σεις θα μπορείτε να λέτε ότι ήσασταν παρόντες’’…
Αυτά έγραφε ο Γκαίτε για τη μάχη του Βαλμύ. Και μέσα στην έκπληξη, τη σιωπή και την αιφνίδια απογύμνωση αυτών των ανθρώπων που τους άγγιζε μιά δύναμη που τους ξεπερνούσε, εύκολα, ίσως, μπορούμε να καταλάβουμε την πανηγυρική σοβαρότητα με την οποία ακούστηκε αυτό το ‘’Μπορείτε να λέτε, Ήμασταν εκεί και είδαμε’’.
Για πρώτη φορά στην Ευρωπαϊκή Ιστορία μετά την Αναγέννηση, μια μάχη γινόταν όχι πιά ανάμεσα σε δυό στρατόπεδα αλλά ανάμεσα σε δυό καθεστώτα. Και στη μάχη αυτή ανάμεσα σε δυό συστήματα αξιών και σε δύο στυλ ανθρώπινης ύπαρξης που καμμιά δύναμη δεν μπορούσε να συμφιλιώσει, δεν νίκησε ο πιο τεχνικά οργανωμένος στρατός αλλά το καθεστώς που είχε κατορθώσει να διοχετεύσει προς το μέτωπο όλο το δυναμισμό, το πάθος και τον ενθουσιασμό ενός παράγοντα άγνωστου ως τα τότε – ενός παράγοντα που επρόκειτο να δώσει νέες διαστάσεις στην Ευρωπαϊκή Ιστορία: της επαναστατικής μάζας.
Όλα τα καθεστώτα που ήξερε ο Γκαίτε στηρίζονταν στην απόλυτη αδράνεια και παθητικότητα ή, μάλλον, στην ανυπαρξία της Μάζας.
… Αν στις ειρηνικές περιόδους οι μάζες δεν είχαν παρά να διαλέξουν ανάμεσα στην παθητική υπακοή και την άγονη ανταρσία, στους Πολέμους η παρουσία τους ήταν εξ ίσου μηδαμινή κι ασήμαντη. Μετά την εξαφάνιση των πολιτοφυλακών των μεσαιωνικών κοινοτήτων και μετά το ξεθύμασμα των θρησκευτικών πολέμων, οι μαζικοί στρατοί εξαφανίστηκαν και τη θέση τους πήραν οι μόνιμοι επαγγελματικοί Στρατοί της Μοναρχίας. Αν εμείς ζούμε τον Πόλεμο – οποιονδήποτε εθνικό, ολοκληρωτικό ή επαναστατικό Πόλεμο – σαν κάτι ολοκληρωτικό: σαν μια δύναμη που κινητοποιεί όλες μας τις ψυχικές δυνατότητες, σαν μια οριακή εμπειρία της ύπαρξής μας που φέρνει σε μια άμεση συμμετοχή στην Ιστορία ακόμα και τις πιο ξένες προς κάθε ιστορική βούληση κοινωνικές κατηγορίες, μπορούμε ν’ αναμετρήσουμε όλο το χάος που μας χωρίζει από τον 18ο αιώνα, αν αναλογιστούμε την αλλόκοτα ουδέτερη στάση του απέναντι στο γεγονός του Πολέμου και τους Στρατούς που το ενσάρκωναν. Χάρη σ’ αυτούς τους Στρατούς έγραφε ο Βολταίρος ‘’οι λαοί δεν ανακατεύονταν καθόλου στους Πολέμους που έκαναν οι κύριοί τους. Πολύ συχνά, οι πολιορκημένες πόλεις περνάν από τη μια εξουσία στην άλλη χωρίς αυτό να κοστίσει τη ζωή ούτε ενός από τους κατοίκους τους: την εξουσία την αγοράζει αυτός που έχει τους περισσότερους στρατιώτες, τα περισσότερα κανόνια και τα περισσότερα χρήματα’’. Οι Στρατοί λοιπόν αντιπροσωπεύουν ένα αναγκαίο κακό που επέτρεπε στις μάζες, στους ‘’λαούς’’ να μένουν στο περιθώριο της Ιστορίας, σαν ένας παθητικός Χορός απέναντι σε μια Τραγωδία που του ήταν αδιάφορη.»

Έτσι αρχίζει το «Μάζα και Ιστορία» ο Κώστας Παπαϊωάννου.
                                                     ………………………………………

Μεγάλη η απόστασή μας από την Ηρωική Εποχή όπου οι πολεμιστές μάχονταν σώμα με σώμα, προσωπική αξία με προσωπική αξία, κι όταν κάποιοι που οι πατεράδες τους δένονταν με δεσμούς φιλοξενίας αναγνωρίζονταν μέσα από τα κράνη, έκαναν και οι δυό στο πλάι και συνέχιζαν να πολεμούν με άλλους που τούς ήταν «ξένοι». Αλλά η Τροία κάηκε συνθέμελα και η Ιλιάδα ήταν περίπου μιά λαμπρή νιότη.
Μεγάλη η απόσταση και από τότε που όταν δύο στρατοί συναντιόνταν στο πεδίο της μάχης οι βασιλιάδες συμφωνούσαν να μονομαχήσουν oι ίδιοι ή να βάλουν μπροστά δυό επίλεκτους πολεμιστές -κι όποιος νικήσει- για ν’ αποφευχθεί η γενική αιματοχυσία. Ήταν ακόμα ζωντανή η ιπποτική παράδοση που ένας μακρινός της αντίλαλος έφτασε ως τις μέρες μας όταν, λόγου χάριν, ο Γερμανός στρατηγός Ρόμμελ όχι μόνο θαυμαζόταν από τους Άγγλους στρατιώτες της 8ης στρατιάς, για το ταλέντο του, αλλά έχαιρε και βαθιάς εκτίμησης για την ιπποτική συμπεριφορά του απέναντί στους αιχμαλώτους. Αλλά αυτός ευτύχησε να είναι στρατηγός σ’ ένα ανεξάρτητο Μέτωπο και μάλιστα στην έρημο.
Μεγάλη η απόσταση από την ήττα των Πρώσσων στο Βαλμύ στα 1792. Μεγάλη η απόσταση και από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον τελευταίο όπου- αν και οι πόλεμοι έχουν ήδη γίνει εθνικοί- μόνο οι στρατοί συμπλέκονται και υπάρχουν ακόμα άμαχοι. Δηλαδή οι άμαχοι παραμένουν σεβαστοί. Ήταν ακόμα ο 19ος αιώνας, μεγάλος αιώνας για τη Δύση, που με κάποιο τρόπο συνεχίστηκε βαθιά ως τον Εικοστό. Ίσως ως την 1η Σεπτέμβρη του 1939 όταν οι Γερμανοί εισβάλουν στην Πολωνία. Ήδη από το χειμώνα του ’40 – ’41, όταν αρχίζουν οι βομβαρδισμοί του Λονδίνου και τα μετόπισθεν γίνονται μέτωπο, είμαστε στη Νέα Εποχή και οι Γερμανοί ήρξαντο χειρών αδίκων, με άξιους όμως μαθητές. Από κει και πέρα αρχίζει η Χιροσίμα και η Δρέσδη. Οι Αμερικανοί ειδικοί πολέμου, με μολυβάκι και χαρτί, υπολογίζουν τον αριθμό νεκρών που θα έπρεπε να καταθέσει η Αμερική για να καταλάβει τα Ιαπωνικά νησιά και ο Τρούμαν έριξε τη βόμβα.

Όλο και πιο πολύ σήμερα, η γραμμή του μετώπου χάνεται ή μάλλον το μέτωπο μεταφέρεται παντού και οι επιχειρήσεις έχουν διεύθυνση: όνομα δρόμου και αριθμό. Ο εχθρός κρύβεται παντού, η κατάσταση πολιορκίας είναι επιτακτική και πρέπει να διαρκεί μόνιμα. Το Παλαιστινιακό απαρτχάιντ απλώνεται σαν τις κηλίδες πετρελαίου και σαν τη ραδιενέργεια. Είναι ο Ολικός Πόλεμος όπου δεν υπάρχουν αθώοι.
 Έτσι χάνεται η ηλικία της αθωότητας –  κοριτσάκια πυροβολούνται  μέσα σε συναυλίες, βρέφη ξεβράζονται σε παραλίες, βρέφη καρφώνονται φανατικά με ξιφολόγχες, βρέφη βομβαρδίζονται από ψηλά.
 Ήρθε λοιπόν η εποχή των «ασύμμετρων πολέμων», όπου παύει κάθε πλεονέκτημα αν λέγεσαι Ζαν Ζακ, Μπομπ ή Έλεν αντί για Χάλεντ, Χασάν και Λέυλα, μέσα από την επίτευξη τη νέας ισορροπίας  τρόμου
Και τις φρίκες του πολέμου διαδέχονται οι φρίκες της ειρήνης. Την ‘’οικονομική κρίση’’ συμπληρώνει ο ‘’αγώνας ενάντια στην Τρομοκρατία’’. Μη Πόλεμος – Μη Ειρήνη!
Μαζί με τους ολάνθιστους κήπους και τις αυλές χάνεται η εποχή των ψιθύρων. Η καθημερινή ζωή, όλο και πιο πολύ, αποκτά την όψη μιάς γενικευμένης κατήφειας. Έτσι χάνεται η εποχή της αθωότητας! Λήγει με τη Στιγμή - Ένα που έρχεσαι στον κόσμο. Και η Γη γίνεται ένας τόπος τιμωρίας.
Και η στιγμή που γεννιέσαι όλο και πιο πολύ μοιάζει σαν να συναντάς ένα μνησίκακο φανατικό γέρο. Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς: Γερνάει ο Πόλεμος μαζί με τον Πολιτισμό.

Η κλιμάκωση μόλις τη συνειδητοποιείς γίνεται ανησυχητική. Ακολουθώντας τη γενική περιφρόνηση προς κάθε τι που αναπνέει και θάλλει, σε αγαστή σύμπνοια, κράτη και τρομοκράτες, αληθινοί ή ψεύτικοι, διαρκώς υπερακοντίζουν. Οι μεν καλυπτόμενοι υποκριτικά με επίχρισμα νομιμότητας οι δε με δίκαιη λύσσα.  Αργά αλλά σταθερά τα φώτα χαμηλώνουν σε ένα δυσοίωνο ημίφως. Το γέρας δεν είναι πλέον η ζωή αλλά μόνο ένα υπόκωφο μουρμουρητό ακούγεται από παντού: Viva la Muerte!
Καθόλου παράξενο: Ο μόνος νεαρός πόλεμος – αυτός για τη ζωή – κηρύχθηκε ανεπίτρεπτος.
                                                                                                                                  

                                                                                                                              Β.Η

Δευτέρα 18 Ιουλίου 2016

Οι Ένοικοι




   Οπερετικό πραξικόπημα στην Τουρκία (αγνώστου πατρός). Λουτρά αίματος στη Γαλλία. Βαρβαρότητες του όχλου στην Τουρκία και παράφρονες που οδηγούν φορτηγά με εκρηκτικά στη Γαλλία.

    Τίποτα δεν μας συγκινεί και δεν μας συγκλονίζει μόνο παριστάνουμε τους συγκλονισμένους. Για λίγο μόνο μας απασχολούν τα "Νέα" και την άλλη μέρα τα ξεχνάμε. Πρόκειται για μια επιδερμική συγκίνηση- δεν θα ευχόμασταν κάτι παραπάνω. Ούτε θα το αντέχαμε.
     Πρόκειται για τις "Ειδήσεις". Την "Πληροφορία" και την αδιάκοπη ροή της. Τυπικό και "Θεία Λειτουργία" της σύγχρονης θρησκείας. Που σαν κάθε Θρησκεία προϋποθέτει πίστη. Και είναι η πίστη στην Πραγματικότητα. Ή σ' αυτό που έχει τη φήμη της πραγματικότητας.

   … Αλλά είχαν απαρνηθεί την Πράξη. Επρόκειτο για νεκρούς που ονειρεύονταν ότι ζουν. Για λίγο μόνο το συνειδητοποιούσαν και μετά χάνονταν σε μια νέα δίνη. Το ένα όνειρο "έσβηνε" μέσα στ' άλλο. Σαν να ανανεωνότανε ή "δόση". Επρόκειτο για τους ενοίκους του Κάτω Κόσμου. Μια νέα "έγχυση" φαρμάκου, παραισθητικού και ανώδυνου, τούς κρατούσε κλεισμένους στον σύγχρονο Άδη.
    Κάποτε ένα μακρινό ξυπνητήρι ηχούσε επίμονα κι ενοχλητικά και ύστερα μετάλλαζε σε κάτι άλλο. Και μετά σε κάτι άλλο πάλι.

    Πρόκειται για τους πολίτες της Δημοκρατίας. Ικανοποιημένοι κι αλαζόνες κάποτε και τώρα οι έγκλειστοι ενός καθεστώτος που έχει τη φήμη της Δημοκρατίας.
     Και τρέμουν βαθιά και αμίλητα την ώρα που θα ξυπνήσουν μέσα στο ζωντανό και ξορκισμένο. Την ώρα που θα αρχίσουν να έρχονται οι απλήρωτοι λογαριασμοί ενός ξεχασμένου σπιτιού που για χρόνια παραμένει κλειστό. Την ώρα που θα ξυπνήσουν σε κάτι που δεν είχε ποτέ καμία φήμη.

                                                                           Β.Η

Πέμπτη 14 Ιουλίου 2016

A Salty dog



    Αυτό το κομμάτι, ο “Θαλασσόλυκος”, ακουγόταν με κατάνυξη, από νύχτα σε νύχτα, 40 περίπου χρόνια πριν. Κάποιοι «ευγενείς τυχοδιώκτες», σε πολύ νεαρή ηλικία, προσπαθούσαν να διελευκάνουν το νόημα των στίχων. Όχι άδικα-δύσκολα θα μπορούσε να βρεθεί ένας πιο κατάλληλος ύμνος για την έξοδό τους στον κόσμο. 
    Αν, δε, λόγω των δυσκολιών που παρουσίαζε μια ξένη γλώσσα, κάποια λόγια παρέμεναν σκοτεινά, σχεδόν κρυπτικά, αυτό δεν αποτελούσε πρόβλημα. Η φαντασία επιτελούσε το έργο της. Ήταν άλλωστε κάτι που ταίριαζε με την αναζήτηση του νοήματος της ζωής. Δύσκολο να εντοπιστεί- δύσκολο να οριστεί. Σαν λεπτή σκόνη που αιωρείται, πάντα ξένιζε όσους στερούνται συνάψεων με τον κόσμο της φαντασίας.
    Και η τοιαύτη, λόγω γλώσσας, ασάφεια, η οποία ενέτεινε αυτή που ήδη, ούτως ή άλλως, ενυπήρχε -ήταν ό,τι πιο κοντά στο αισθητικό γεγονός. Γιατί το αίσθημα που δημιουργείται, όταν κάτι είναι παρόν χωρίς να αναφέρεται, όταν κάτι υπονοείται δίχως να ονομάζεται, όταν κάτι “διαρκώς τείνει να ειπωθεί χωρίς να λέγεται ποτέ, αυτό ακριβώς είναι το αισθητικό γεγονός”. Το σχεδόν απτό που πάντοτε διαφεύγει.
    Όσον αφορά αυτό που νύκτωρ αποζητούσαμε σκαλίζοντας τους στίχους, δεν είχαμε καμμιά αμφιβολία: ήταν η μεγάλη περιπέτεια του καιρού μας.
    Κι αυτή σχεδόν απτή και διαρκώς διατρέχουσα πλαγίως.

    Αν, δε, σκεφτώ εκείνα τα νεαρά παιδιά που έσκυβαν με τεταμένη την προσοχή πάνω από τον δίσκο του πικ-απ: όλα τους παρέμειναν πιστά σ' έναν όρκο που ποτέ δεν δόθηκε με λόγια. Ήταν θέμα κλήσης- που έρχεται πάντοτε νωρίς. Τα 16 είναι η ηλικία ενός μακρινού συναγερμού. Τα 19 μιάς σιωπηρής υπόσχεσης.
    Και παρόλο που οι ίδιοι ήταν αυτοί που είχαν γκρεμίσει μέσα τους τους βωμούς ενός κόσμου που αναμφισβήτητα έβαινε προς τη δύση του, η κατάνυξη δεν έπρεπε να ξαφνιάζει. Ήταν πάντα ένα αίσθημα που εμφανίζεται όταν το αυθεντικό βρίσκει τον δρόμο του μέσα από ίσκιους.

    Και αν στα χρόνια που ήρθαν η αγάπη προς την περιπέτεια δυσφημίστηκε, όσο δεν έπαιρνε άλλο -κι έπρεπε να ζεις σε κάποιες παρυφές, έγκλειστος σε μιά μειοψηφία- τι μ' αυτό? Η συνέπεια και το σθένος ήταν πάντα κάποιες από τις αρετές μας.

                                                                                   Β.Η

Σάββατο 2 Ιουλίου 2016

Back to Black



    Οι Αγγλοσάξωνες έφτιαξαν ένα κόσμο τόσο τρομακτικό που τα παιδιά των παιδιών τους χρειάστηκε να δημιουργήσουν ένα νέο είδος μουσικής για να φτύσουν την οργή τους και την αηδία τους για αυτόν. Η μουσική αυτή αυθάδεια ήταν το RocknRoll. Πιο πολύ από την περίφημη ηχητική ευκαμψία της αγγλικής γλώσσας, αυτό ήταν ο λόγος που το RocknRoll παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό μια αγγλοσαξωνική υπόθεση. Στη γέννηση αυτής της μουσικής συνεισέφεραν και οι Αμερικανοί Νέγροι που τους είχαν φερθεί σαν να ήσαν τα σκουπίδια του λευκού πολιτισμού.
    Κάποιοι ιδιοφυείς νεαροί, στριμωγμένοι σ’ έναν κόσμο που επιταχύνοντας έφτανε σε όρια ασφυξίας, έμπασαν τόση νεγρίλα σ’ αυτή τη μουσική, όση μπορούσαν ν’ αντέξουν τα λευκά στομάχια. Ακολουθώντας κάτι τόσο υγιές, όσο ένα ένστικτο, ένοιωσαν την ανάγκη των καιρών. Αυτός ο κόσμος που επέβαλε τους διαχωρισμούς, σαν κάτι απαραίτητο, είχε χωρίσει το κορμί απ’ το μυαλό. Η ισορροπία έπρεπε επειγόντως να αποκατασταθεί. Και αφού, σαν νέοι, ήσαν υγιέστεροι από τους πατεράδες τους, σ’ αυτούς ανήκε ο πρώτος λόγος και ήταν αυτοί που-ακολουθώντας κάποιους προδρόμους- θα κατέβαιναν στα “μαύρα” καταγώγια. Εκεί δηλαδή που συνέβαιναν οι μουσικές ιερουργίες.
    Από ‘κει και πέρα, ο Πρίσλεϊ μπορούσε να κουνάει τα γοφά του από Ακτή σε Ακτή και οι Beatles να τραγουδούν μια τόσο αδιόρατη soul που διέφευγε κάθε λογοκρισίας και εγκαταστάθηκε στα λευκά σαλόνια. Αυτοί έκλεψαν τα λευκά παιδιά απ' τους γονείς τους.
    Ήταν φυσικό επομένως, το RocknRoll να αγαπηθεί και από τις νεολαίες των χωρών που έμπαιναν σ’ αυτό τον (αγγλοσαξωνικό) μονόδρομο της αποτελεσματικότητας και της κατήφειας. Σαν να λέμε, στους Αμερικάνικους εφιάλτες.
    Ήταν φυσικό επίσης, ο καπιταλισμός να αντιδράσει με την αφομοίωση και την εμπορευματοποίηση της νέας μουσικής.
    Ήταν φυσικό, το punk να σαρώσει ό,τι είχε αρχίσει να γίνεται συμβατικό επιστρέφοντας με μια δεύτερη επίθεση.
    Και είναι φυσικό ό,τι, μετά απ’ όλα αυτά, το hip hop, που γεννήθηκε στις μαύρες γειτονιές της Νέας Υόρκης και στην ηλιόλουστη κόλαση του Λος Άντζελες, όλο και πιο αράπικο και αλήτικο, να εκφράσει τις δυνάμεις της ζωής.
    Ενώ όμως το RocknRoll παρέμεινε πάντα μια “λευκή υπόθεση” – οι Μαύροι ποτέ δεν ταυτίστηκαν μαζί του, το έβλεπαν απλώς με συμπάθεια σαν μια μουσική των λευκών συμμάχων τους- το hip hop απηχεί το αυξανόμενο ανακάτωμα των φυλών μέσα στις Δυτικές μητροπόλεις.
    Το γεγονός ότι μια μουσική Μαύρων έγινε τόσο εύκολα μουσική της λευκής νεολαίας επίσης, έχει και αυτό τη σημασία του.
    Τού λόγου μου, από πολύ νωρίς ήμουν πεπεισμένος για την ανωτερότητα της μαύρης φυλής.


                                                                                            Β.Η