(β)
Όπως
κατέβαινε η διαδήλωση
την
Πανεπιστημίου, οργή θάλασσα
κάποιοι
χτύπησαν του λουκουμάδες «Αιγαίο»
γυναικείες
φωνές ακούστηκαν μέσα απ’ το πλήθος
«όχι
τους λουκουμάδες ρε παιδιά, όχι τους λουκουμάδες»
κι
έκαναν πίσω
Από
κει και κάτω τίποτα δεν έμεινε όρθιο
φωτιές
ξεπετάγονταν παντού
σαν
να άναβαν από μόνες τους
πρώτα
αδιάκοπο κοπανητό
μετά
πάταγος από κρύσταλλα που κατέρρεαν
και
μετά λαμπάδιασμα
Δεξιά
και αριστερά τα παιδιά έκαιγαν
Κι
όπως έστριψε στα Χαυτεία, στην Αιόλου
και
πάλι απάνω κι άρχισε ν’ ανεβαίνει τη Σταδίου
δεν
ήταν μόνο όλη η Ελλάδα
άναυδη
μπρος στις γυάλινες οθόνες
ήταν
και η ίδια η διαδήλωση
τρομοκρατημένη
απ’ την καταστροφή
που
προκαλούσε κι απ’ αυτό που ήταν ικανή να κάνει
Και
ήταν σαν να βαδίζαμε μέσα σε μια αμερικάνικη ταινία καταστροφής
Κοιτώντας
μέσα στα αχανή πολυκαταστήματα
που
‘χαν παραδοθεί στη φωτιά και γινόντουσαν
γρήγορα
πυρακτωμένα μέχρι το απώτατο βάθος τους
ήταν
σαν να κοίταγες μέσα σε ηφαίστειο
και σαν
δύο στοιχειά να κοιτάζονταν στα μάτια.
Παρ’
όλο τον ξετρελλαμό υπήρχε μια τρομερή σιωπή
και
βαθύ δέος διέτρεχε το πλήθος
γιατί
ήταν σαν να κοβόταν
ένας
ομφάλιος λώρος
Υπήρχε
κάτι που ξεσηκωνόταν
το
οτιδήποτε ήταν έτοιμο να συμβεί
και
μια πόρτα σ’ ένα μεγάλο σκοτεινό άγνωστο ήταν μισάνοικτη
Λέει
ψέματα όποιος λέει πως δεν φοβήθηκε
εκείνη τη νύχτα.
Β.Η
(Τραγούδια από τ' Αμπάρια)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου