Είμαστε σε κατάδυση! Κατεβαίνουμε
προς τον βυθό! Όλο και πιο αδύναμο θα ακούγεται το σήμα. Μη ξεχνάτε να
διατρέφεστε καλώς, να διαβάζετε λιγάκι τους παλιούς συγγραφείς, να κάνετε
μακρινούς περιπάτους, να βαστάτε το κορμί σας δυνατό και να συναντάτε αγαπημένους
φίλους. Η φιλία είναι ακατανόητη, διαφεύγει απ’ τις αστυνομίες. Όταν περνούν να
σκύβετε λιγάκι το κεφάλι και να χαμογελάτε ελαφρά, δεν χρειάζεται να τρίζετε τα
δόντια, μόνο να χαμογελάτε ελαφρά. Και μην ξεχνάτε να στρέφετε κάποτε το βλέμμα
προς τα πάνω, υπάρχει πάντα ένας διαφεύγων ουρανός. Αλλά προπαντός κάντε
οικονομία! Να ζείτε κατά την παλαιάν απλότητα. Και να ασκείστε στη σιωπή.
Τίποτα που δεν είναι ισάξιο της σιωπής ας μη λεχθεί.
Και στην απραξία! Σεις οι ίδιοι είστε πλέον ο εχθρός!
Όταν σας ζητήσω άνδρες πέστε μου σε ποιους μπορώ να βασιστώ! Γέμισα τη στόφα ξύλα, χαμήλωσα τη λάμπα, μην καπνίζει το έρμο το φυτίλι κι έφυγα όσο ήταν ακόμα νύχτα καβάλα στη ράχη τού αλόγου. Στέκεται στην ψιλή βροχή. Πισωπάτησε σαν μ’ είδε, τίναξε ως απάνω το κεφάλι ώσπου φάνηκε τ’ ασπράδι του ματιού. Βρόντηξ’ το πόδι, άστραψε λιθάρι, τότε του χάιδεψα τη νοτισμένη χαίτη μιλώντας του γλυκά. Η ζεστασιά π' απέπνεε το ζώο μού στύλωσε την ψυχή. Λυπήθηκα να σας ξυπνήσω, δρασκέλισα τα κορμιά σας όπως κοιμόσασταν χαμαί. Ξέρω πως μόλις έρθει το πρωί κάποιος θα με δώσει. Ο ένας δρόμος ακολουθάει το ποτάμι, ακούγεται ο αχός του μέσα στο σκοτάδι και ο αναστεναγμός της φυλλωσιάς, ο άλλος είναι ο δρόμος τού βουνού και χιονίζει, χιονίζει από εχτές. Όσο ήμουνα δίπλα στο ποτάμι μ’ ακολουθούσαν ίσκιοι σκυφτοί και φορτωμένοι, σαν ξέκοψα και πάτησα χιόνι μόνο κανά-δυο απόμειναν κοντά μου. Δεν μ’ ανησυχούν. Η σιωπή τους έχει κάτι φιλικό. Είναι οι ώρες που όλες οι αισθήσεις είναι τεντωμένες στον υπέρτατο βαθμό. Στο πρώτο λάθος χάνομαι! Μα την αλήθεια, τη φοβήθηκα την ποταμιά! Απ’ τα μαντριά σηκώνονται βελάσματα, ακούγονται σκυλιά. Η νύχτα μοιάζει ολοζώντανη, κάτι πάει να συμβεί! Σας λέω, μη σφάζετε τα ζώα! Τα ζώα είναι άγγελοι απ’ την παλιά πατρίδα. Τα ζώα αδελφώθηκαν με τους νεκρούς που ’ρχονται στα όνειρά σας. Μόνο ν’ ακούτε το κοτσύφι, να ακολουθάτε το χνάρι τού φιδιού μες το ψηλό στάρι, να ψάχνετε για σημάδια τον παλιό ουρανό και να με περιμένετε να φανώ. Μόνο ν’ ακούτε το μουκάνισμα των δυνατών βοδιών τον βαρύ χειμώνα… Και να κλείνετε τα μάτια μες το τραγούδι τ’ αηδονιού σα μυρίζει καλοκαίρι. Και να’ χετε το νου σας στον κορυδαλλό. Αυγή και σούρουπο είναι η ώρα τ’ αρχαίου τούτου πουλιού! Αν ζήσω έρχεται η μέρα που θα στήσουμε τραπέζια του γλεντιού κάτω απ’ τις κερασιές.
Μη
με ξεχνάτε και να πίνετε στην υγειά μου κόκκινο κρασί. Δεν περίμενα ότι αυτή
που λαχταρώ θα με ακολουθήσει τόσο μακριά. Να πίνετε κόκκινο αιμάτινο κρασί, να
με καρτεράτε και τις νύχτες να κοιμάστε ίσκιος και χλόη με τη γυναίκα που ζείτε
αγκαλιά.
Β.Η.
Μπράβο Billy όμορφος παγωμένος λυρισμός!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕξαιρετικό ύφος και ήθος Βασίλη! Μια στιγμή μου θύμισες εκείνο το παλιό "χαμογελάτε τους κάνει να ανησυχούν"!
ΑπάντησηΔιαγραφή"Να ζείτε κατά την παλαιάν απλότητα." Αυτό νομίζω είναι το μήνυμα των καιρών αν θέλουμε να επιβιώσουμε από την λαίλαπα που έχει πέσει πάνω στο κεφάλι μας!
Ωραίο Billy!
ΑπάντησηΔιαγραφήΦαντάστηκα τον Άρη να τα διηγείται αυτά σε ένα παράλληλο σύμπαν καθώς διάβαζα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΝέλλη
Άλλο ένα ΥΠΕΡΟΧΟ κείμενο! Γεια σου Βασίλη με το "τραπέζι του γλεντιού κάτω από τις κερασιές"!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι να πω εγώ Βασίλη με προλάβανε οι προηγούμενοι!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΘαυμάσιο Βασίλη. 'Οπως έγραψε μια φίλη πιο πάνω γραφή με ήθος, ωραία στάση στα πράγματα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι λέξεις αποκτούν μια καθαρότητα όπως όταν τις πρωτομιλήσαμε
ουρανός, κερασιά, κοτσύφι, γυναίκα, κορυδαλλός, άλογο, λιθάρι.
Εύγε!
Πλους