Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2019

Μη Τόποι


     Διεθνή Αεροδρόμια, Εμπορικά Κέντρα, Super-Market, Πολυκαταστήματα, Εύπορα Προάστια, Τουριστικοί Παράδεισοι, Μέγα-χώροι της Οργανωμένης Διασκέδασης.

    Όλα, μη τόποι· προκατασκευασμένες ατμόσφαιρες όπου οι συναντήσεις έχουν τεθεί υπό έλεγχον, οι σκέψεις είναι καθ’ υπαγόρευσιν, τα συναισθήματα υποβάλλονται, οι συμπεριφορές είναι προκαθορισμένες.
    Μη τόποι, όπου η ζωή και οι αλήθειες της δεν τίθενται και αν, κατά παράβασιν, κάτι τέτοιο συμβεί αποτελεί μια ανωμαλία και σκάνδαλο που πρέπει ευθύς να διορθωθεί. Τόποι όπου ο άνθρωπος είναι απών έχοντας υπαχθεί σε ένα μηχανικό σχέδιο.
    Θα μπορούσα να ακριβολογήσω ακόμα περισσότερο, αν έλεγα ότι εκεί ο άνθρωπος γίνεται μονοδιάστατος. 
    Αν οι παραπάνω τόποι είναι κραυγαλέα παραδείγματα ενός φαινομένου που συνεχώς εξαπλούται, ένα στριπτηζάδικο είναι επίσης ένας μη τόπος, όπως και ένα living room, όταν μια τηλεόραση είναι ανοικτή, αποκτά κάποια χαρακτηριστικά του.
   
    Μέσα σ’ ένα οποιοδήποτε απ’ αυτά τα μέρη μια συζήτηση για το Μέλλον του Κόσμου ή για τα μυστήρια της ζωής θα έμοιαζε παράταιρη.
   
    Μεγάλο εμπορικό κέντρο βόρεια του κέντρου της Αθήνας, μιας πόλης που βρίσκεται υπό μετάλλαξιν. Ολόγυρα, νοσοκομειακές «μονάδες» ξενοδοχειακού τύπου, κατάφωτα πάρκινγκ μες την ψιλή βροχή και πέρα, τα τόξα που στεφανώνουν το μνήμα της πάλαι ποτέ Ολυμπιακής Ιδέας.
    Παιδιά καθαρά, καλά θρεμμένα, πάνε κι έρχονται «ξοδεύοντας» χρόνο και χαρτζιλίκι· προστατευμένα από τους παιδόφιλους, τους εμπόρους ναρκωτικών, τη σκληρότητα των συνομηλίκων τους, την αποπλάνηση από ιδέες που γοητεύουν και το κακό συναπάντημα.
    Μαμάδες, διακριτικά, αλλά επιμελώς μακιγιαρισμένες μπαινοβγαίνουν σε καταστήματα, διαβαίνοντας φωτοκύτταρα, ενώ ηλεκτρονικά καμπανάκια ηχούν και ξοδεύουν μισθούς και μηνιαίες αποδοχές.
    Πατεράδες βηματίζουν αργά με τα χέρια απιθωμένα στη λαβή του καροτσιού. Αφήνουν το βλέμμα να πλανηθεί πάνω σε μια θάλασσα από βιτρίνες, φώτα και κυλιόμενες σκάλες.
    Φτωχοδιάβολοι μάταια προσπαθούν να ξοδέψουν χρόνο, χρόνο που κουράζει, χρόνο βασανιστικό, χρόνο ανεξάντλητο - αδύνατον να ξοδευτεί. Παντού το πλήθος στροβιλίζεται. Μέσα σε φώτα χιλιάδων βατ και μια μουσική που σκοπό έχει όχι να ακούγεται, αλλά να  «ενσταλάζει» και να «υποστηρίζει», κινείται μια ζωντάνια σχεδόν πένθιμη. Παντού υπάλληλοι που καλωσορίζουν, που εξυπηρετούν, που ευχαριστούν, που ξεπροβοδίζουν, που αποχαιρετούν, άγρυπνα εποπτευόμενοι από κάμερες και διαρκώς αξιολογούμενοι.
     Με κάθε καλωσόρισμα, με κάθε «παρακαλώ πως μπορώ να εξυπηρετήσω;» με κάθε «ευχαριστώ» και κάθε «να’ στε καλά», με κάθε αναγγελία της τιμής, με κάθε τρόπο, σου λένε πόσο λίγο σε εκτιμούν!  
     Συναντήσεις διευθυντών πωλήσεων, υπευθύνων ασφαλείας, διευθυντών προσωπικού, σεκιουριτάδων, δημοσιοσχεσιτών, διαφημιστών, συμβούλων επιχειρήσεων, ειδικών «τεχνικής υποστήριξης», ψυχολόγων, ειδικών της διασκέδασης, ειδικών «επικοινωνίας», όπου κανείς δεν αγγίζει κανέναν, παρά με μια φευγαλέα χειραψία που δεν αφήνει κανένα ψυχικό ίχνος στην παλάμη.
    Συσκέψεις και συναντήσεις κάτω από την αδιάκοπη πίεση ενός τυραννικού χρόνου που όμως συνεχίζονται μέσα από τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας και e-mail. Η «επιστήμη» του μάρκετινγκ σε πλήρη εφαρμογή.
    Κλιματιστικά, μοκέτες, γυαλιστερά δάπεδα, ψευδοροφές, καλυμμένα καλώδια, τουαλέτες που καθαρίζονται ανελλιπώς· ένας κόσμος που εξόρισε τη φτώχεια που δεν παύει να γρατζουνάει τα τζάμια.
    Χώροι διαρκώς φυλασσόμενοι, βιντεοσκοπούμενοι και σε συνεχή μετάπλαση. Και υπάλληλοι που τρέχουν, που σκύβουν, που σπρώχνουν, που τραβούν, που ανασύρουν, που χαμογελούν κι ο ιδρώτας τους είναι πάντα κρύος.
    Ένας κόσμος υψηλά στρατιωτικοποιημένος όπου πίσω από την ανεμελιά κρύβεται το κέρδος, ο έλεγχος και η πιο σκληρή δουλειά.
   Η γλώσσα δεν κρύβει το γεγονός: έρευνα αγοράς, διαφυγόντα κέρδη, πλάνο επιχειρήσεων, μονάδες, target group, στόχευση, δείκτης ασφαλείας, στρατηγική, τακτική, πεδίο δραστηριοτήτων κ.ο.κ.
    Όμως όλα κυλούν σε μια ατμόσφαιρα επίπλαστης ευγένειας, η οποία είναι ακριβώς, το «μοντέρνο στυλ», που για να εμπεδωθεί χρειάστηκε μια εκπαίδευση υπαλλήλων η οποία περιελάμβανε «smiling course» - αφού το να λες τα ψέματα με χάρη αποδείχτηκε το πλέον προσοδοφόρο.

    Και πρέπει να είσαι πλήρως ενσωματωμένος και περιχαρακωμένος για να μπορείς να παραβλέπεις όλα αυτά και να καμώνεσαι τον ικανοποιημένο.
    Όντως, αυτό που προκαλεί ερωτήματα είναι, πώς ο άνθρωπος του καιρού μας γίνεται αυτόβουλα επισκέπτης τέτοιων σκηνικών ομαδικής πειθαρχίας και θήραμα τέτοιων πρακτικών και συνεργάζεται στη διατήρηση μιας κάλπικης ευδαιμονίας. Και δεν είναι μόνο ότι η σύγχρονη κολακεία έκανε, με την βοήθεια των ψυχολόγων, αξιόλογα βήματα, αλλά πρέπει να είναι βαθιά η δίψα τού σύγχρονου πληβείου να του φερθούν σαν να ήταν άρχοντας. Γιατί ο ψυχικός πυρήνας των μη τόπων είναι η επίφαση και η πλαστότητα. Καθόλου παράξενο λοιπόν που κυριαρχεί ένας φόβος λεπτός και αδιόρατος σαν τον Υπερίτη.

    Και παντού, το απλανές βλέμμα και ένα χαμόγελο σχεδόν μορφασμός.

    Κανείς δεν μοιάζει να πηγαίνει πουθενά, όλοι μοιάζουν να φεύγουν. Σαν κάτι να έχει συντελεστεί: η κυριαρχία του νεκρού πάνω στο ζωντανό, το οποίο, κάθε φορά που προσπαθεί να ανασυσταθεί σαν ζωντανό, υπόκειται στη διάλυση. Ένας κόσμος διαίρεσης. Μια σύγχρονη εκδοχή του Άδη.
   
    Οι μη τόποι είναι τόποι στοιχειωμένοι. Μόνον και μόνον η Ύβρις της σύλληψης και κατασκευής τους γνέφει προς την καταστροφή να πλησιάσει.
     Η τρομοκρατία στοιχειώνει τα αεροδρόμια. Ο μασκοφορεμένος ληστής, ο ξένος, ο εισβολέας και το φάσμα του όχλου στοιχειώνουν τα προάστια και τα «σύγχρονα σπίτια». Η πυρκαγιά και ο παρανοϊκός  δολοφόνος – που στη φαντασία του δεν βλέπει και δεν σκοτώνει ανθρώπους, αλλά καταστρέφει ανθρώπινες κούκλες – στοιχειώνουν τους αχανείς χώρους της οργανωμένης διασκέδασης.

    Οι σύγχρονες αγορές, όπως και οι υπόλοιποι μη τόποι, διαρκώς αποκεντρώνονται - για την ακρίβεια εκρήγνυνται προς αέναα διαστελλόμενες περιφέρειες πόλεων - πόλεων που πρέπει διαρκώς να απονεκρώνονται - και συνδέονται μεταξύ τους με νέες αρτηρίες ταχείας κυκλοφορίας. Είναι η δόξα της πολεοδομίας.
    Χώροι τεχνολογικής αυταρέσκειας υποβάλλουν ένα δέος σχεδόν θρησκευτικό και γίνονται ναοί όσο η τεχνολογία και το εμπόρευμα έγιναν θεοί.
    Μια εικόνα καθαρότητας, μια ονειροφαντασία του άσπιλου και του αμόλυντου που ενδόμυχα ποθεί την βεβήλωση.
    Μέσα στις ομοιόμορφες, ευδιάθετες μουσικές και τις υπνωτικές αναγγελίες μεγαφώνων κυοφορείται ο εμπρησμός και η λεηλασία.

    Ένας κόσμος που τρέμει και φοβάται την εξαγγελθείσα και διαρκώς αναβαλλόμενη καταστροφή και ταυτόχρονα ονειρεύεται και εύχεται κρυφά το χαμό και το τέλος του.

                                                                                                
                                                                                                        Β.Η

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019

Οχτώ Δεκέμβρη του Οχτώ


Σαν τυλίχτηκε στις φλόγες
το Δένδρο στην πλατεία Συντάγματος
κι άρχισε να φουντώνει για τα καλά
όλοι κατάλαβαν πως ένα γεγονός
είχε συντελεστεί
Ο θάνατος των Χριστουγέννων
ήτοι: της μεγάλης αθεϊστικής
γιορτής του καπιταλισμού
Δεν ήταν το τέλος μιας
αυταπάτης
ήταν ο θάνατος της
προσποίησης
Εξ ου και το
Πένθος

*

Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2019

Νυκτερινό από την Παλιά Δεκαετία


Εκείνα τα ξημερώματα, αρχή καλοκαιριού, ξαναγαμηθήκαμε με την Ντ. που ‘χαμε για κάμποσο καιρό χαθεί. Από βραδύς είχαμε βρεθεί σε μια φοιτητική εκδήλωση και μαζί μια φίλη της κι από δίπλα ένας συμφοιτητής που ‘χε πάρει τη φίλη από κοντά. Ύστερα από μακριά περιπλάνηση μες τους φωτισμένους δρόμους καταλήξαμε στην Αγορά, σ’ ένα χυδαίο υπαίθριο ταβερνείο, να τρώμε και να πίνουμε φτηνό κόκκινο κρασί. Πιο ‘κει ένας νταβάς και η πουτάνα του έτρωγαν κι αυτοί. Όλα τα τραπέζια ήταν γεμάτα, ένα σωρό άνθρωποι δοσμένοι σε μια πανδαισιακή ολονυκτία, έπαιρναν δυνάμεις για να βγει η νύχτα.

Την πήρα πισωκολλητά μες το γκρίζο χάραμα, σε λευκά σεντόνια, πάνω σ’ ένα χαμηλό λιτό κρεββατάκι και η Ντ. βόγκαγε: Α, αχ, τι γλύκα είν’ αυτή! Ύστερα κοιμηθήκαμε για λίγες ώρες σβησμένοι από τον ολονύχτιο κάματο στεφανωμένοι απ’ τον έρωτα.

Το λοιπόν, εκεί που τρώγαμε, ξέσπασε φασαρία. Η πουτάνα ξαφνικά άρχισε να ωρύεται και να βρίζει έναν από τους πελάτες. Ακολουθώντας το βλέμμα της καταλάβαμε ότι τα ‘χε βάλει με έναν γεράκο στην άλλη άκρη: Τι κοιτάς ρε παλιομαλάκα; Τι κοιτάς; Και συνέχιζε έτσι επί ένα ολόκληρο λεπτό, ακατάσχετο υβρεολόγιο. Τώρα, για όποιον έχει μια στάλα φινέτσα μέσα του είναι ό,τι πιο ελεεινό, μια γυναίκα να έχει τέτοιο στόμα. Τα τραπέζια γύρω είχανε παγώσει περιμένοντας το χειρότερο να ξεσπάσει. Ο νταβάς, ψύχραιμος, στραμμένος πλάι, αμέτοχος, με ανοιχτό σταυροπόδι, έχοντας αποσώσει το φαΐ του, κάπνιζε. Το αν είχε ο γέρος ρίξει καμμιά ματιά ή όχι, κανείς μας δεν μπορούσε να το πει, μιας και ως τότε ήμασταν απόλυτα συγκεντρωμένοι σε ό,τι συνέβαινε μες τα όρια του τραπεζιού μας. Πάντως τώρα, ο γεράκος καθόταν ζαρωμένος με τα πόδια ενωμένα και τους ώμους μαζεμένους κι έκανε πως τρώει αλλά ξεροκατάπινε πικρό φαΐ. Εν τω μεταξύ η πουτάνα ησύχαζε για λίγο και μετά ξανάρχιζε. Για κάμποση ώρα η κατάσταση ισορροπούσε στην κόψη του ξυραφιού. Γινόταν φανερό ότι άλλο δεν επεδίωκε παρά να βάλει τον νταβατζή μέσα στον καυγά που μόνη είχε στήσει. Ήθελε, το άθλιο υποκείμενο, σερνόταν και το απαιτούσε, μια απτή απόδειξη της αφοσίωσής του. Και τι θα μπορούσε να ‘ναι πιο απτό από μερικές σφαλιάρες;

Τότε ο νταβάς γύρισε το κεφάλι μισή στροφή και με πεσμένο βλέφαρο κοιτώντας χαμηλά προς τη μεριά της έκανε ένα: Πάψε ρεεε!
-Μα δεν βλέπεις τον πούστη; τσίριξε αυτή
-Πάψε ρε, σου είπα! της έκανε υπόκωφα. Και δεν έχω ξαναδεί πιο γρήγορο κατέβασμα αυλαίας.
                                                                                                                             
                                                                                                         B.H

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2019

Βολιβία

       Σε όσους νυχτωθήκαν κάποτε στην Κοτσαμπάμπα… και πήγαν στο πανηγύρι του Ορούρο.

  Ο Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών αμφισβητεί την εγκυρότητα των εκλογών, ο Μοράλες προθυμοποιείται να τις επαναλάβει, οι συμμορίες χυμούν, οι στρατηγοί τηρούν δυσμενή ουδετερότητα και ο Μοράλες παραιτείται. Φεύγει εσπευσμένα! Για να αποφύγει ίσως κάποιο «ένταλμα»! Τι ήταν; «Άτακτος» υπαλληλάκος; Και τι είδους πραξικοπήματα είναι αυτά που παρακολουθούμε τα τελευταία χρόνια; Όχλοι τρέχουν στους δρόμους, ρέμπελες αστυνομίες και παραστρατιωτικοί, μαριονέτες-πολιτικοί, λούμπεν ΜΜΕ και «σιωπηλές πλειοψηφίες» που ξαναβρίσκουν τη λαλιά τους. Και ο κρατικός στρατός βλοσυρός στο βάθος. Πού πήγαν τα παλιά, καλά πραξικοπήματα με το στρατό σε πρώτο πλάνο και τους στρατηγούς με μαύρα γυαλιά στο βάθρο; Θαρρείς πως ξαναγυρνάμε στην αρχαιότητα!

  Αλλά έτσι πάνε τα πράγματα σήμερα. «Στις μονοπωλιακές, βιομηχανικές κοινωνίες», λέει ο Marcuse, «η βία είναι συγκεντρωμένη, περισσότερο παρά ποτέ, στα χέρια της εξουσίας της κυρίαρχης τάξης, που διακλαδώνει την κυριαρχία της στο κοινωνικό σύνολο». Και σχεδόν, θα ΄λεγε κανείς, φτιάχνει τον δικό της «λαό». Στην περίπτωση της Βολιβίας (αλλά και άλλων Λατινοαμερικάνικων χωρών) αυτοί οι άνθρωποι συχνά ανήκουν σε μια φιλόδοξη μεσαία τάξη. Και είναι συνήθως μιγάδες (mestizos). Και μισούν κάθε γραμμάριο ινδιάνικου αίματος που κυλά στις φλέβες τους.

  Τι νόημα έχει τώρα, να λέμε ότι ένας διωγμένος ηγέτης, που διαφημίζεται σαν «ο πρώτος Ιθαγενής Πρόεδρος», ήταν καλός για τους φτωχούς και τους Αυτόχθονες, ότι η ντόπια ολιγαρχία και οι όπισθεν ιστάμενοι Αμερικάνοι είναι η προσωποποίηση του Κακού, όταν άφησε τον λαό ανοχύρωτο; Έτσι έκανε και έτσι θα κάνει πάντα ένας σοσιαλδημοκράτης ανεξαρτήτως χρώματος.

  Η Βολιβία έχει 70% ινδιάνικο πληθυσμό ο οποίος αν τελικά νικηθεί θα τραβήξει τα πάνδεινα.
  Εδώ χρειαζόταν κάποιος που θα διέλυε την παλιά αστυνομία, που θα ήλεγχε τον στρατό και θα όπλιζε τις ιθαγενικές κοινότητες που τον στηρίζαν. Κανένας λαός δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα σε ανοιχτή αντιπαράθεση με το σύγχρονο κράτος και τους πραιτωριανούς του, παρεκτός αν οργανωθεί και μπορέσει να πάρει στα χέρια του όπλα. Αλλοιώς καλύτερα να αναλογιζόμαστε με φόβο αυτά που θα συμβούν. Και η βούληση να νικήσουν ή να πεθάνουν και όχι να νικηθούν απόλεμοι, που χρειάζονται οι εξεγερμένοι, ισχύει φυσικά πρώτα για την ηγεσία, η οποία μένει στο τιμόνι και δεν καταφεύγει στην ασφάλεια περιπλανώμενη από χωρίου εις χωρίον.
  Αλλά τούτος ο Μοράλες έστειλε tweet σε αυτούς που άφησε πίσω, ότι «θα επιστρέψει με περισσότερη ενέργεια»! Τι διάολο! σε Ashram στο Μεξικό πήγε;

  Εμένα, ανεπαρκής και κάπως ανέντιμος μου φαίνεται. Ένας ξασπρισμένος Ιθαγενής με σκούρα μάσκα. Επικεφαλής μιας ομάδας προοδευτικών «καλής θέλησης» αλλά περιορισμένης ευθύνης και διαπερατής από τον σύγχρονο κόσμο και τα δόγματά του. Κι αυτός ο «σύγχρονος κόσμος» έφτασε στα 3,5 χιλιάδες μέτρα, στο altiplano της Βολιβίας, όπου όμως οι Ινδιάνοι διατηρούν τη διαύγειά τους και παρ’ όλο που είναι γυμνοί, μες την απελπισία τους καλούν ανοιχτά σε εμφύλιο πόλεμο.
                                                                                                                                               
                                                                                                                                          B.H


Υ.Γ 1  Εμφανίστηκαν συνθήματα: Καθαρίστε τη Βολιβία από τους Indios! (υποτιμητική ονομασία των Ιθαγενών, οι οποίοι προτιμούν να αποκαλούν τους εαυτούς τους Indigenas ). Η νέα Πρόεδρος της Βολιβίας δήλωσε, "Οι ιθαγενείς δεν έχουν καμιά θέση στην Πρωτεύουσα. Να γυρίσουν στα βουνά τους". 

Υ.Γ. 2  Οι κάτοικοι του  El Alto ( η υψηλότερη πόλη στον κόσμο και προπύργιο του Κινήματος) δίπλα στη Λα Παζ, τρέχουν στους δρόμους φωνάζοντας Guerra Civil.


Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2019

Holidays in the sun




  a cheap holiday in other people’s misery (…that makes their misery bigger!)

Η Ελλάδα έχει πέσει θύμα γιγαντιαίων κυμάτων από φτωχούς και αμόρφωτους τουρίστες. Αυτός ο συνδυασμός, που με τέτοιον όγκο πέφτει απάνω της κάθε καλοκαίρι, θα μπορούσε να εξουθενώσει οποιαδήποτε χώρα. Φτωχοί, αμόρφωτοι και επιπλέον τουρίστες φτιάχνουν ένα τριπλό κακό. Έτσι οι επιχειρηματίες παραπονιούνται για το αχαμνό πορτοφόλι των σημερινών επισκεπτών, οι ξεναγοί, οι σερβιτόροι και οι καμαριέρες για το "χαμηλό πολιτιστικό τους επίπεδο" και κάποιοι άλλοι, για το γεγονός ότι ο περιηγητής και ο ξένος έδωσαν τη θέση τους στον τουρίστα.

Αυτή είναι η κατάσταση σήμερα που οι Έλληνες συμφωνούν να σκάψουν τα σπλάχνα της γης τους για να βγάλουν πετρέλαιο. Δεκαετίες πριν, συνομολόγησαν να ξεριζώσουν κάποια άλλα σπλάχνα και να τα απλώσουν πάνω στους πάγκους της αγοράς. Και φυσικά - ούτε λόγος να γίνεται - στον υπολογισμό δεν μπήκαν οι αυλές όπου οι άνθρωποι αποσπερίζαν, ούτε οι βραδινές βόλτες μες στην ευωδία του γιασεμιού και του νυχτολούλουδου.

Η Δύση έχασε το μονοπώλιο της οικονομικής ισχύος. Τώρα παντού πέφτει η βαριά σκιά της Κίνας. Όσοι λοιπόν νοσταλγούν τα «καλά χρόνια» είναι σαν να νοσταλγούν τη λαμπρή εποχή της Δύσης, τότε που οι Σλαβικοί πληθυσμοί ζούσαν ταπεινά πίσω από το Τείχος, στην Κίνα οργώναν με το βόδι και οι λίγοι και εκλεκτοί τουρίστες περιορίζονταν στον ευρωπαϊκό Νότο μιας και ο υπόλοιπος πλανήτης ζούσε ακόμα σε μια αγριότητα ασύμβατη με το ευρωπαϊκό σαβουάρ βιβρ. Τώρα όμως που ο κόσμος μας ομογενοποιείται, οι καλοί πελάτες μοιράζονται παντού και το φτυάρι των μεγάλων τουριστικών πρακτορείων, για να γεμίσει τα πανομοιότυπα «στρατόπεδα διακοπών» που ξεπετάγονται από το Μπαλί ως το Περού, χώνεται όλο και πιο βαθιά στα διαμερίσματα και τις φτωχοσυνοικίες της Βόρειας Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής. Κι εκεί κατοικούν άνθρωποι που μόνη τους ψυχαγωγία είναι μια βόλτα στο εμπορικό κέντρο και στο πολυκατάστημα όπου χαϊδεύουν με το βλέμμα προϊόντα που κείτονται στα ράφια σαν εκκλησιαστικά σκεύη. Κι ενώ ο τουρισμός γίνεται όλο και πιο μαζικός – αφού στη Δημοκρατία μας «όλοι έχουν δικαίωμα στις διακοπές» – ντόπιοι εργαζόμενοι και ξένοι πελάτες μοιάζουν να παίζουν τη «χρυσή δεκαετία του ’80» επιδιώκοντας, όλο και πιο ασθματικά, οι μεν το χρήμα που κάποτε ήταν εύκολο, οι δε την αλλοτινή ξενοιασιά. Ταυτόχρονα, η πανταχόθεν προελαύνουσα διάλυση της διανοητικής συγκρότησης, η σύγχρονη αγραμματοσύνη και το ξήλωμα των πνευματικών υποστυλωμάτων των κοινωνιών φέρνουν την κρυφή απελπισία. Έτσι, όπως μαζί με το ταξίδι και τον ταξιδιώτη χάνεται η παληά φιλοξενία, ο ρεαλισμός απαντάται με ρεαλισμό και ο κυνισμός συναντά τον κυνισμό.
Είναι καλό, φτωχέ μου, ν’ αρμέγεις τη γελάδα όμως μη το παρακάνεις «γιατί αντί για γάλα, αίμα θα βγάλεις».
Όσοι λοιπόν ελπίζουν εδώ, σ’ αυτή τη χώρα - όπως και σε κάθε άλλη που πλασάρεται σαν τουριστικός παράδεισος - σε κάποιον άλλο τουρισμό, πιο «φίνο» και πιο εύπορο, θα πρέπει να αρχίσουν να απογοητεύονται. Αυτός θα είναι ο τουρισμός από ‘δω και πέρα, στο νύχτωμα ενός κόσμου. Και δεν θα υπάρξει άλλος.

Παρ’ όλα αυτά, (γιατί πάντα υπάρχει ένα «παρ’ όλα αυτά») υπάρχουν άνθρωποι ευαίσθητοι που έχουν ενδιαφέρον για τον τόπο στον οποίο βρέθηκαν, που θα μπουν στον κόπο να κάνουν τον γύρο του νησιού, που θα επισκεφτούν την Αρχαία Κάμειρο, που θα σημειώσουν με προσοχή το όνομα ενός μαγαζιού που παίζεται «μουσική για τους ντόπιους»… Κάνουν ό,τι μπορούν για να περάσουν καλά· να πάρουν όμως και μια ιδέα από τον ξένο τόπο μες από τα περιορισμένα πλαίσια όπου έθεσαν τους εαυτούς τους.
Υπάρχει κάποια στιγμή και ένα κορίτσι χαμένο σ’ ένα μεγάλο ξενοδοχείο που έχει καταφύγει κάτω από το αιρκοντίσιον στη σάλα του pool bar και διαβάζει την «Πτώση του Οίκου των Ώσερ». Ποιος διαβάζει σήμερα κάτι άλλο από αναιμική λογοτεχνία? Και τι κάνει μια νεαρή Ρωσσίδα να διαβάζει στην πέρα άκρη του βουερού μπαρ του Grand Hotel έναν αλαφροΐσκιωτο Αμερικανό συγγραφέα που τον έχουμε καταραστεί? Άραγε σε ποια περικοπή αυτού του παράξενου αφηγήματος βρίσκεται? Ποιος ξέρει τι εντύπωση τής κάνει… Οι σαχλές μουσικές που έρχονται από το μπαρ κάποια στιγμή γίνονται απόκοσμες. Αν τις ακούει καν… γιατί όσο εξοικειώνεται συλλαβιστά με την κοσμολογία του Πόε, μια μουντή χαλκοπράσινη ομίχλη την κυκλώνει. Απλώνει αργά σαν να διαφεύγει από τα κλιματιστικά, σαν να σηκώνεται απ’ το δάπεδο. Μοιάζει με κοριτσάκι που προχωράει νύχτα, μονάχο μες τα έλη. Γύρω της ένας φωνακλάδικος κόσμος πάει κι έρχεται και κουβαλάει πιοτά έξω στις πισίνες. Το πιόμα τούς δίνει πρόσκαιρα ένα νοσταλγικό βλέμμα που αναγνωρίζει την ασάφεια των πραγμάτων και το πολυμήχανον των γεγονότων. Ταυτόχρονα τους αφυδατώνει. Πίνουν από πρωίας και τρώνε ολημερίς γιατί είναι άνθρωποι πραγματιστές, άνθρωποι προσγειωμένοι. Ξέρουν όλα τα τερτίπια του χρήματος αλλά αποφεύγουν τις απόμερες γωνιές και τα σκοτεινά λαγούμια της ύπαρξης. Είναι στέρεοι και χωμάτινοι. Σχεδόν στεγνοί. Δεν πειράζει! Το διάβασμα ανήκει σε έναν νεφελώδη κόσμο. Και η λεπτή κοπελίτσα με το ντροπαλό προφητικό χαμόγελο, σ’ αυτούς που φέρνουν την λύτρωση της βροχής.               

                                                                                                                  Β.Η

Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2019

Η Εκφορά


Προσπάθησαν να μας πείσουν πως έγινε η Καλιφόρνια της Λατινικής Αμερικής. Ατυχώς για αυτούς, τώρα γίνεται φανερό πως ο Σαλβαδόρ Αλλιέντε ήταν ο τελευταίος πρόεδρος της Χιλής.







                                                                       Β.Η

Κυριακή 4 Αυγούστου 2019

Ο Ερχομός από τον Πάγο


    Υποθέτω ότι κάποτε πρέπει να απαντήσω στο ερώτημα που μου τίθεται (αρκετά διακριτικά, είν' η αλήθεια): Πώς, εγώ, ένας απλός καταγραφέας, κάποιος που προσπαθεί να συλλάβει μια αυθεντική όψη του κόσμου σήμερα, μπορώ και ξανοίγομαι σε τέτοιους μεγαλόπνοους και αισιόδοξους στοχασμούς σε καιρούς ολοκληρωτικής αποκαρδίωσης! Πού βρίσκω το κουράγιο και εξυμνώ την συγκρότηση σε μια εποχή διάλυσης και άκρατου σχετικισμού και την ελευθερία σε συνθήκες θριαμβεύουσας Ηγεμονίας. Σκέψου! Λες και η καταγραφή (ποιητική ή δοκιμιακή, αδιάφορο!) θα 'πρεπε να γλείφει τον καθρέφτη της πραγματικότητας. Λες και θα 'πρεπε να σιτίζεται στα συσσίτια!

    «Ο δυνατός ρεαλισμός (στην λογοτεχνία ή στον κινηματογράφο) συναντά την πραγματικότητα δεν στέκει όμως εκεί… Αλίμονό μας! Μια κάποια απόσταση από τα πράγματα συνήθως είναι σημάδι υγείας και δύναμης πνευματικής». 
    Τι είδους απόσταση πρέπει όμως να είναι αυτή? Πόση ακριβώς και προς ποια κατεύθυνση? Και ο προσεκτικός αναγνώστης θα αισθανθεί πως ό,τι διατυπώνεται εδώ και ‘κει, θαρρείς και λέγεται κάτω από το φως ενός Μαύρου Ήλιου. Και ότι ο καταγραφέας, όσο κι αν ξανοίγεται, μιλά κάτω απ’ το βάρος κάποιου δέους και πίεση πολλών ατμοσφαιρών.

Ας προσπαθήσω λοιπόν…
Κατ’ αρχήν, θα συμφωνήσω μαζί σας, ότι η βία με την οποία επιβάλλεται το εμπόρευμα - αφανής ή εμφανής δεν έχει σημασία – παραμένει αναπάντητη. Ότι το θάμπωμα του παγκόσμιου πληθυσμού από την ανεξάντλητη δύναμη της τεχνολογίας και ο θαυμασμός μπρος στην ασταμάτητη παραγωγή και την απρόσκοπτη διάθεση εμπορευμάτων είναι ικανά να αποθαρρύνουν κάθε Δημοκράτη. Ότι αυτός ο παραισθητικός κόσμος κατέστησε παρωδία τον Δημόσιο διάλογο καταφέρνοντας, προς το παρόν, να αποκλείσει κάθε αληθινό ερώτημα σχετικά με τη ζωή και, έχοντας επιβάλλει τα δικά του πλαστά ερωτήματα, δεν χρειάζεται  να ανησυχεί πλέον για τις απαντήσεις. Ότι αυτός ο κόσμος της πλαστότητας έχει αναθρέψει κιόλας δυο γενιές που του είναι απόλυτα πειθήνιες και συμπεριφέρονται σαν ψυχικά ανήλικοι κι ότι κάποιοι λιγοστοί, που επιμένουν να διατηρούν τα λογικά τους, μοιάζουν να έχουν τεθεί εκτός μάχης κι ότι ακόμα, όλοι αυτοί οι αλλόκοτοι νεοφερμένοι που βγαίνουν από παντού, κυκλοφορούν με πρωτοφανή αυτοπεποίθηση μέσα σε μια παρωδία ελευθερίας… ναι, σ’ όλα αυτά δεν θα διαφωνήσω!
    Α, αυτές οι μεμψιμοιρίες, αυτή η φειδώ και αυτές οι γερασμένες γενεές… Μια άνεση ύποπτη μοιάζει να είναι ό,τι απόμεινε να δει κανείς. Τω όντι, «αυτή εδώ η εποχή βούλιαξε!»

Παρ’ όλα αυτά, τίποτα δεν μπορεί να είναι πιο επίφοβο από μια τόσο απόλυτη νίκη. Αυτό που επικράτησε σε πλάτος και σε μήκος, αλλά και σε κάποιο σχετικό βάθος, καλά θα κάνει να φοβάται ό,τι μπορεί να προέλθει από ακόμα μεγαλύτερο βάθος. Αυτό που κυριάρχησε τόσο απόλυτα στον χώρο καλά θα κάνει να τρέμει μπρος σε κάτι που μπορεί να προέλθει από το εσωτερικό του Χρόνου. Και πράγματι, από ένα έμπειρο μάτι δεν γίνεται να ξεφύγει η περισσή φροντίδα με την οποία αναρίθμητοι ειδικοί υφαίνουν την κυριαρχία και απεργάζονται τη σύγχρονη δουλεία. Από το ασκημένο αυτί δεν ξεφεύγει η ύποπτη άνεση και ο αδιόρατος τόνος με τον οποίον εκφέρονται τα μικρά και μεγάλα ψέματά της. Πώς αλλοιώς? Ακόμα και τα μικρά παιδιά γνωρίζουν ότι ο καταπατητής και ο παραχαράκτης δεν κοιμούνται ποτέ ήσυχα! Και είναι ακριβώς εδώ ένα επίμαχο σημείο: Με κάθε παιδί που έρχεται στον κόσμο, ο αγώνας τους πρέπει να ξαναρχίζει. Η προσπάθεια να φτιάξουν έναν καινούργιο δούλο ενέχει πάντα ένα ποσοστό αποτυχίας. Κάθε νέα ζωή μπορεί να αποβεί για αυτούς μοιραία. Κάθε γέννηση πατροκτονία. Και δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι οι παλιοί δούλοι θα φοβούνται δια παντός. Τι αγώνας! Τι κρυφή αγωνία!
    Ωστόσο η σημερινή Ηγεμονία φαίνεται να τα κατάφερε ως τώρα καλύτερα από τις παλιές μονολιθικές εξουσίες. Διάχυτη και φιλελεύθερη, ρευστή αλλά συγκεντρωμένη όπου χρειάζεται, μιλά τη γλώσσα των δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών. Όσο όμως ανεκτική, άλλο τόσο ανηλεής όταν η ανάγκη το επιτάσσει. Ρευστή και φιλελεύθερη, φρικιά μπρος στην ελευθερία. Ο Καπιταλισμός διάβασε πολύ καλά την ψυχή του σύγχρονου ανθρώπου και η Τεχνολογία τον προμηθεύει με αστείρευτα μέσα. Πράγματι, οι γάμοι του Καπιταλισμού με την Τεχνολογία αποδείχτηκαν εξαιρετικά πετυχημένοι.
    Όταν δε λέω, «διάβασε πολύ καλά» εννοώ: καλύτερα από όσους ως τώρα τού αντιτάχθηκαν. Κι όταν λέω ότι «η Τεχνολογία προμηθεύει», ας συμπληρώσω ότι και ο Καπιταλισμός συνέχεια τροφοδοτεί την Τεχνολογία με ζεστό αίμα. Σαν να λέμε ότι αυτοί οι δυό μεγάλωσαν μαζί ή ο ένας ανάθρεψε τον άλλον. Κι αυτό κάλλιστα μπορεί να σημαίνει ότι αμφότεροι είναι γεννήτορες του άλλου, οι δε γάμοι τους είναι τόσο πετυχημένοι, αλλά τόσο στοιχειωμένοι και τρομακτικοί όσο όλοι οι αιμομικτικοί γάμοι. Άρα δεν είναι καθόλου τυχαίο που δεν μπορούν να ζήσουνε στιγμή χωρίς να εκμαυλίζουν. Επομένως είναι αναμενόμενο ότι το τέλος θα είναι πικρό για όλους αν δεν σφαγιασθούν κι οι δυο πάνω στο κρεβάτι. Όλα αυτά βέβαια έχει κανείς το δικαίωμα να τα αναλογιστεί σοβαρά ή να τα προσπερνάει…

Μπορεί λοιπόν στις μέρες μας η αλήθεια να ζει δύσκολες στιγμές, μα, όπως και να ’χει, δεν χάθηκαν οι έντιμοι άνθρωποι απ’ τον κόσμο μας. Και, έχοντας απογοητευτεί όσο δεν παίρνει άλλο, δεν μένει παρά να συναντηθούν. Γιατί - σίγουρα θα συμφωνήσουμε κι εδώ – χαρακτηριστικό των τιμίων ανθρώπων είναι να εμπιστεύονται τους άλλους. Όμως είναι αδικαιολόγητη η εμπιστοσύνη που έδειξαν ως τώρα στο Κράτος-προστάτη, στην αρωγό Εκκλησία, στην ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, στο ήθος των εμπόρων, στην παρρησία των διανοουμένων, στην ανεξαρτησία των ακαδημαϊκών, στην κηδεμονία των τεχνοκρατών, στην οικουμενικότητα των Διεθνών Οργανισμών… Τόσο αδικαιολόγητη και τόσο παράδοξη ώστε θα μπορούσαμε να υποπτευθούμε ότι, για πολλούς από αυτούς, δεν υπάρχει κάτι άλλο να ακουμπήσουν και έχοντας απομείνει γυμνοί προσπαθούν κακήν-κακώς να σκεπασθούν με ράκη. Επομένως, μένει ο έσχατος αγώνας: αυτός που θα αναληφθεί από τους καλούς ανθρώπους που, ελευθερωμένοι από τις ψευδαισθήσεις τους και επαγρυπνούντες απέναντι και στον ίδιο τους τον εαυτό ακόμη, θα επιμένουν να διατηρούν δεσμούς. Και μάλιστα συναρθρωμένους γύρω από ένα συνεκτικό όραμα και μια νέα πίστη.
    Γιατί η αλήθεια είναι πως κανείς δεν μπορεί να καταφέρνει το οτιδήποτε, αν αυτό δεν είναι ήδη ενταγμένο - ή δεν έχει φροντίσει ο ίδιος να το εντάξει - σε κάποιο πλαίσιο. Πλαίσιο που να συμπεριλαμβάνει άλλους αλλά και κάποιες ιδέες και να αναβλύζει - ας το πούμε έτσι - εικόνες.
    «Κι αν κανείς θελήσει να προβεί σε μια προφητεία για την πολιτική του μέλλοντος, αυτή δεν θα έχει να κάνει με έναν αγώνα για την κατάκτηση ή τον έλεγχο του κράτους, αυτόν τον εγγυητή της παρούσας τάξης πραγμάτων, αλλά με τον αγώνα ανάμεσα στο κράτος και την ανθρωπότητα». Η ρήξη μεταξύ τους (δυσδιάκριτη ακόμα) έχει συντελεσθεί και η διάζευξη είναι ανεπανόρθωτη. Και η ανθρωπότητα, όπως το νερό, θα βρει μύριους τρόπους για να περάσει στον επόμενο πολιτισμό. Κι η σήψη που όλο και περισσότερο πνίγει τα πάντα - αιτία τόσων παραπόνων σήμερα - αποτελεί το καλύτερο περιβάλλον για τον νέο σπόρο που πρέπει ανελλιπώς να ετοιμάζεται.

Κι έτσι, εγώ μπορώ να τραγουδώ στον εαυτό μου:
Ω, εσύ, ο καταλαλητής της ανομίας, Ω, εσύ ο προασπιστής όλων αυτών που δεν έχουν πού την κεφαλήν τους κλίναι! Ας ξαναπιάσουμε τη μελέτη του έργου που συσπειρώνεται και ξανανεβαίνει μέσα στις μάζες.

    Έτσι, εγώ προσμένω μια εποχή που δεν μπορεί παρά να έλθει, όπου όλο και περισσότεροι άνθρωποι θα αρχίσουν να ζουν στην περιφέρεια του κόσμου μας έχοντας συμπήξει μικρές Συμβιωτικές ομάδες που θα έχουν το σιωπηλό θάρρος να αποκαλούνται «Οικογένειες»! Σχηματισμένες από ελεύθερη επιλογή και απαλλαγμένες από την τυραννία του κοινού αίματος, του εγωισμού του κοινού αίματος - αυτή την ύστατη ιδιοκτησία - θα ζουν την ελευθερία και την νέα ενότητα. Αυτοί που θα τις απαρτίζουν, έχοντας δραπετεύσει από τα παγωμένα ψυχικά τοπία του Edward Hopper, θα ξαναβρίσκουν εκεί μέσα τη ζεστασιά του ανθρώπινου χνώτου. Παρίες και φυγάδες ενός κόσμου που αθέτησε τις υποσχέσεις του θα βρίσκουν εκεί μια στοργή που άνοιξε το σπίτι της μες τον αδιάκοπο χειμώνα.

Κι εμείς… Ω, εμείς αγαπημένη… δεν θα σταματήσουμε
ποτέ να ταξιδεύουμε.
Και στο Παλάτι, το έρημο που το δέρν’ η ανεμοζάλη,
που μπαιν’ η Μέρα από τη μια και η Νύχτα από την άλλη
θα ‘ρθουμε να καταλύσουμε για μια βραδιά

Θα πορεύεται δε κάθε οικογένεια μέσα στον κόσμο, πιστή σε έναν χαρακτήρα, παίρνοντας συνέχεια στίγμα μέσα απ’ τις ιστορίες και τις αφηγήσεις των μελών της που επαναλαμβανόμενες μέσα σε οικογενειακές τελετές θα λειαίνονται διαρκώς ώσπου να δημιουργήσουν ένα πανοραμικό συλλογικό αφήγημα - μια οικογενειακή saga μες την οποία οι παιδικοί τρόμοι και οι καταχωνιασμένοι παλιοί πόνοι θα χάνουν τη δύναμή τους. Τότε, σιγά-σιγά κάθε οικογένεια-φυλή θα φτάνει σε ένα σύμβολο-τοτέμ, ένα ζώο που, στην φαντασία των μελών της, θα αντιπροσωπεύει την κοινότητά τους και θα την προστατεύει. Που θα αναφέρονται σ’ αυτό και στο οποίο θα βλέπουν τον εαυτό τους. Που σε ετήσιες γιορτές θα παρακάθονται σε «τοτεμικά γεύματα» όπου, συμβολικά, το ζώο θα καταναλώνεται επικυρώνοντας τον φόνο του πατέρα και την αδελφική ενότητα. Ένας αρχαίος δυναστευτικός Πατέρας και η εξοστρακισμένη Καταβροχθίστρα Μάνα θα προσέρχονται τώρα στο δείπνο της συμφιλίωσης με τους ελεύθερους από μνησικακία γιούς και κόρες που θα πορεύονται προς έναν επανακαθορισμό του Ιερού.

    Σε ένα διαρκή πόλεμο χαμηλής έντασης με την κυρίαρχη κοινωνία, αυτές οι οικογενειακές μορφές θα αλληλοστηρίζονται και θα δημιουργήσουν δίκτυα μιας αφανούς εσωτερικής οικονομίας. Ενάντια στον πανίσχυρο βιομηχανικό τομέα και στα δίκτυα διανομής του θα δημιουργούν μικρές ερασιτεχνικές βιοτεχνίες που τα προϊόντα τους, χέρι με χέρι, θα φτάνουν εκεί που πρέπει. Και όχι μόνο για λόγους αντιμαχίας αλλά και από προσωπική υπερηφάνεια κάποιος θα μαθαίνει να υφαίνει για να μπορεί να δείξει σε όλους, ποιος πραγματικά είναι. Και όχι μόνο για αυτοάμυνα, αλλά και για να προστατέψει τους οικείους του θα μαθαίνει να μάχεται. Και να που η λέξη «οικείος» θα αποκτήσει όλο το νόημα και την ομορφιά που δίνει η αληθινή συντροφικότητα.

    Αν χρειαστεί λοιπόν να υποχωρήσουν ως την Αρχαιότητα, πριν από τις μονοθεϊστικές θρησκείες, θα υποχωρήσουν ως εκεί κι ακόμα πιο βαθιά. Ως τον κραταιό Μύθο και την πρωτόγονη Φωτιά. Αυτό είναι ο ελιγμός στον Χρόνο όταν το έδαφος έχει χαθεί. Θα περάσουν στη Σιωπή γιατί το κράτος μπορεί να αντιμετωπίσει τους πάντες αρκεί να είναι παρόντες μέσα στο Θέαμα. Αρνούμενοι τη συμμετοχή, χωρίς αντιπροσώπευση, χωρίς αναγνωρίσιμη ταυτότητα θα γίνουν φαντάσματα. Αυτός είναι ο τρόπος όταν λείπει η ισχύς.
    Τότε θα χρειαστεί να πολεμήσουν γιατί το κράτος δεν μπορεί να ανεχτεί κάποιους που, διατηρώντας δεσμούς ως το σημείο να έχουν κοινή ζωή, δεν έχουν κανένα αίτημα, δεν διεκδικούν καμιά αντιπροσώπευση, δεν συμμετέχουν στην αδιάκοπη κίνηση σκιών που στήνεται παντού και, αδιαφορώντες για τη σύναψη μαζί του οποιουδήποτε κοινωνικού συμβολαίου, αποβλέπουν στα πάντα.
    Όταν λοιπόν έρθει η ώρα της ανοιχτής σύγκρουσης θα είναι έτοιμοι. Αλλά ο πόλεμος που ως τότε θα διεξάγουν αυτοί οι «ορκισμένοι» θα είναι ένας πόλεμος που ο εχθρός δεν θα μπορεί να καταλάβει. Παντού όπου αυτός είναι, αυτοί θα είναι απόντες. Όπου θα βρίσκονται αυτοί, αυτός θα είναι ανέτοιμος. Η παρεμπόδιση των επικοινωνιών του, η καταστροφή του υλικού του, η παρενόχληση του ανεφοδιασμού του θα τον φθείρουν. Οι αιφνιδιασμοί θα κάμπτουν το ηθικό του. Η συνεχής κίνηση θα είναι η τακτική. Η εξαφάνιση εδώ και η ξαφνική εμφάνιση αλλού, εκεί που αυτός δεν περιμένει, θα είναι ο τρόπος. Η αποφυγή μάχης θα είναι ο κανόνας. «Οι αρχαίοι πολεμιστές πρώτα έκαναν τους εαυτούς τους αόρατους. Μετά περίμεναν τη στιγμή που ο εχθρός ήταν ευάλωτος». Θα είναι ο πόλεμος των νομάδων ενάντια στον κρατικό στρατό. Θαρρείς «από γενιά του Σατανά, θα είναι διάφανοι και δίχως βάρος» ή αλλοιώς: παιδιά του ανέμου. Έτσι, αυτοί που δημιουργούν έρημο θα υποκύψουν στον Χαμσίν, τον άνεμο της ερήμου που αλλάζει τα σημεία. Εδώ οι πλάκες του πεζοδρομίου έχουν ξεκολλήσει, εκεί μια στρογγυλή γωνία και μετά μια ελαφριά κατηφοριά· κάποτε ένας περίφημος καυγάς. Εδώ μια λόχμη και μια συστάδα ερειπίων, εκεί κήποι συνορεύουν μ’ άλλους κήπους ως τους πίσω δρόμους. Και κάποιος δρόμος μπορεί να αποτελέσει παγίδα ενώ ένας παράδρομος να αποβεί σωτηρία· κάποιοι  γνωρίζουν τον τόπο πολύ καλά! Η σύγκρουση θα συνεχίζεται αέναα. Μέρα ή νύχτα. Μπρος στα μάτια πληθυσμών που παρακολουθούν και κρίνουν. Στην αργή και συστηματική μετακίνησή του αντιπάλου θα αντιτάξουν την ταχύτητα. Στην παράταξή του, την αφάνεια. Και στην πειθαρχία του, χίλιους στρατηγούς. Στους κρατικούς στρατούς και στους ειδικούς της Ηγεμονίας θα αντιπαρατάξουν μαχητές. Συμβιωτικούς Στρατούς - μόνο κατ’ όνομα στρατούς - που θα ζουν πολεμώντας και θα πολεμούν με τη ζωή τους. Ο αντάρτης δεν γίνεται ποτέ στρατιώτης. Γιατί αυτοί θα ζουν στους δρόμους και στις συνοικίες όπου εκείνοι απλά περιπολούν.

    Πάρ’ όλα αυτά δεν θα ‘ναι απαραίτητο να πεθάνεις όπως έζησες: με το όπλο στο χέρι. Μια παράδοση μη-βίας που υπάρχει καταγεγραμμένη στις Δέλτους της ανθρωπότητας μπορεί κάλλιστα να βρει τον δρόμο της προς την επιφάνεια. Σε κρίσιμες στιγμές απρόσκοπτα δουλεύει η συλλογική μνήμη. Το αίμα νικάει το σπαθί και κάποιοι εξαιρετικοί άνθρωποι μπορεί να αναδειχθούν μέσα από τις κοινότητες για να διδάξουν πώς τα χτυπήματα απορροφώνται από το βάθος.

    Κι ακριβώς εκεί θα διεξαχθεί η Δίκη αυτού του κόσμου. Στους δρόμους, στους δρόμους, στις "ανοικτές αρτηρίες" της Βαβυλώνας. Ακούραστοι αγγελιοφόροι θα φέρνουν μηνύματα. Εκεί όπου επικρατεί η ψυχρότητα των γραφειοκρατών και της Τεχνικής θα εμφανίζονται ανθρώπινα πρόσωπα. Στην διεκπεραιωτική ταχύτητα θα αντιτάξουν την βραδύτητα. Στη «συναίνεση» και την «ανεκτικότητα», την αδελφοσύνη. Παντού όπου οι φτωχοί είναι στο έλεος των Υπηρεσιών, θα είναι παρόντες. Παντού όπου οι άνθρωποι συντρίβονται κατά μόνας, θα είναι εκεί για να τους βοηθήσουνε να στήσουν τα πρώτα στοιχεία μιας κοινότητας.
Να πως επιταχύνεται ο χρόνος!
Να μια ανάπτυξη σύνθετη που καταλήγει σε δραματική έκβαση!

Αυτές οι πόλεις που καταδικάστηκαν σε μαρασμό θα ξαναζήσουν!
Κι αυτές οι εκτάσεις γης που καταδικάστηκαν σε εξουθενωτική εκμετάλλευση ή υποβιβάστηκαν σε «τοπίο» και «εξοχή» θα ξαναγίνουν Ύπαιθρος!

Αυτοί που τότε θα κληρονομήσουν…  θα κάνουν τότε Καθαρμούς…


    Η αφήγηση και η θεατρική αναπαράσταση των εμπειριών, ατομικών ή συλλογικών, μπρος σε όλους, θα είναι η πρώτη κίνηση προς τη δημιουργία ενός πνευματικού σκελετού της εσωτερικής ζωής των κοινοτήτων. Η ειρωνεία, το μαύρο χιούμορ, η φαντασία, το παιχνίδι και το πηγαίο γέλιο θα βρίσκουν μέσα  εκεί ένα σπίτι. Το Θέατρο, το Μέγα Θέατρο, σαν κάποιος που επιστρέφει στην πατρίδα μετά από μακρά απουσία, θα τιθασσεύσει τους σφετεριστές, θα ξαναβάλει τάξη στα του οίκου του. Οι Τέχνες θα ξαναλάμψουν, όχι όμως τεμαχισμένες όπως σήμερα που, σαν κομμένα μέλη από ένα σώμα, ζουν μια εφήμερη σπασμωδική στιγμή πριν νεκροτομηθούν. Ελεύθερες από την αιχμαλωσία στην οποία είναι καταδικασμένες θα βαδίζουν προς συνεχείς επανενώσεις των εξειδικεύσεών τους που, σαν χαμένα αδέρφια, θα ξαναβρίσκονται πάνω σε μια σκηνή που θα στήνεται σε πλατείες και χώρους ερειπίων από τις κοινότητες των «εξαφανισμένων», των desaparesidos. Εκεί, οι υπέροχες γιορτές στεφανωμένες από Τέχνες που θα καταυγάζουν σε μια υπόγεια δόξα! Εκεί, οι Τέχνες που μίσησαν τη Γραφειοκρατία μες την πιο σκοτεινή επισημότητα! Εκεί, τα αγαπημένα ερείπια και οι σύγχρονοι τρωγλοδύτες και οι περιπλανώμενοι ποιητές! Κι εκεί, μέσα στη μέθεξη της συλλογικής δημιουργίας, θα γίνουν αισθητά τα πρώτα σκιρτήματα Μυστικών Λατρειών!  
                        
                          Είμαι το πουλί Μπενού που είναι στο Ανού
                          Είμαι ο φύλακας του τόμου του βιβλίου των πραγμάτων
                          που έχουν δημιουργηθεί
                          και των πραγμάτων που θα δημιουργηθούν
                                                                                
Απεσταλμένοι από μακριά ανεβαίνουν σε σκηνές που στήθηκαν από συγγενικές οικογένειες μέσα στις γειτονιές. Ακούγονται ξανά τα «Τραγούδια από τα Αμπάρια». Ανώνυμες δημιουργίες… Ναι, η ανωνυμία ή ένας κωδικός στη θέση ενός ονόματος θα είναι στοιχειώδης προφύλαξη από τη βουλιμία ενός υπνωτισμένου από εικόνες κόσμου που σπαράσσει και σπαράσσεται. Και ναι, μερικά ψευδώνυμα προστατεύουν έναν συγγραφέα ακόμα κι απ’ τον ίδιο του τον εαυτό. Και γιατί να χολοσκάει για την αιωνιότητα! Ποιος νοιάζεται άλλωστε για τη φήμη ενός ονόματος - πάντοτε διαφεύγουσα και ασαφή! Τι παραπάνω να ζηλέψει κανείς απ’ τη στιγμή που το ταλέντο του θα ξετυλίγεται μπροστά στους «ομοίους», όταν θα παίζει ή θα απαγγέλλει στις γειτονιές, κάτω απ’ τα φώτα, μπρος στους φίλους και τα κορίτσια. Τι μεγαλύτερη ικανοποίηση από το αίσθημα ότι ανέσκαψε και λείανε τον εαυτό του κι ότι η εφήμερη δόξα του κερδήθηκε μπρος στους δικούς του ανθρώπους. Αυτών που τον περιβάλλουν με ευγνωμοσύνη για το δώρο που τους έφερε… μια κλεφτή ματιά στον τρόμο και την ιερότητα. Ό,τι δηλαδή απαιτεί η μεγάλη τέχνη όταν επανακάμπτει.

Το όνομα του θυρωρού
Το όνομα του φύλακα
Το όνομα του κήρυκα
…ας μείνουν ως έχουν
 
κάτω από εφτά χάλκινα παπλώματα
πίσω απ’ τον αχό της θάλασσας

Αρχόντισσα, Κυρία, που κάνει τους ικέτες να θρηνούν
Φοβερή, που τρομάζει, που μέσα της μένει άτρομη
Κυρία όλων των ανθρώπων

Ας διαβαστεί το κεφάλαιο της ένωσης της ψυχής με το σώμα της
Ας ξαναγυρίσει ο άνθρωπος να κοιτάξει το σπίτι του στη γη.

Μια μικροσκοπική κουκίδα σε απώτερο χρόνο που μεγεθυνόμενη στο Άπειρο απλώνει και φτάνει ως εμάς. Ο χρόνος μοιάζει να επιταχύνεται από την περιέργειά μας.
                                            ……………………….

    Είναι δύσκολο να προβλέψουμε τα κράματα των εθνοτήτων που θα επικρατήσουν και τις γλώσσες που θα μιλούνται από τους μελλοντικούς λαούς που θα κατοικούν την επιφάνεια της γης. Καθώς όμως, εκατομμύρια άνθρωποι μετακινούνται εκατοντάδες ή και χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, σε άλλες χώρες και σε άλλες γλώσσες, καθώς άλλοι ξερριζώνονται και συσσωρεύονται κατά μόνας και σε μεγάλους αριθμούς μέσα σε στρατικοποιημένες πόλεις, στην ίδια την παλαιά τους χώρα, που τους έγινε αγνώριστη και ξένη, αποκομμένοι από το παρελθόν τους και τον πολιτισμό τους που έχει προγραφεί και που περιγελιέται - ταυτόχρονα σκυλεύεται! - που καταδικασμένοι σε έναν νέο «νομαδισμό» χωρίς το πολιτισμικό βάθος του παλιού, χωρίς νοσταλγία για ένα χώμα και κάποια γη αγαπημένη, είναι τότε αναμενόμενο να υποθέσουμε ότι κάποιες απ’ αυτές τις ανθρώπινες σκιές θα μπουν στον πειρασμό να ξαναδημιουργήσουν τον εαυτό τους. Να ξαναφτιάξουν τον κόσμο «απ’ αρχής» και σύμφωνα με το πρόσωπο που θέλουν να αποκτήσουν κι ως εκείνο που δεν μπορούν να αποφύγουν. Είναι επίσης αναμενόμενο ότι από κάποιους «γέρους», κάποιους «Υπέροχα νεκρούς» που η ταξική κοινωνία θα ήθελε να είχαν ξεχαστεί και σε μερικά παλιά τραγούδια, αυτοί οι αναζητητές θα βρουν τους χάρτες μιας επιστροφής.
    Κάθε τόπος θα «διαβαστεί», το υλικό και ψυχικό «αποτύπωμα» που άφησε απάνω του η ανθρώπινη παρουσία θα συνυπολογιστεί κι όλες οι φιλοσοφίες του παρελθόντος κι όλες οι θεωρίες θα εξεταστούν. Όλα τα εγχειρήματα θα μελετηθούν. Και δεν θα αγνοηθεί η σημασία ενός χαρούμενου γέλωτα καθώς ένα αμαξίδιο κάνει τρέχοντας το γύρο μιας μικρής λίμνης κάποιο απόγευμα εύθυμο.
    Εδώ, κάτι από τον μακρινό αέρα της ποίησης φτάνει ως τις μέρες εκείνες. Και η υλική οικονομία θα υπαχθεί στην ψυχική οικονομία. Ωστόσο κάθε λογής παπάδες που θα αρχίσουν να συρρέουν θα βρεθούν μπρος στον νόμο του οστρακισμού.
    Τότε, αυτός ο δυσδιάστατος «νομαδισμός» που δεν αναγνωρίζει τόπους - μοίρα ξερριζωμένων και όχι ελεύθερων ανθρώπων - θα αποβεί δίκοπη μαχαίρα. Και μες τη διάχυση που ελαφρά τη καρδία διέσπειραν θα βουλιάξει η αυτάρεσκη ισχύς τους.

    Είναι όμως επίσης πιθανό ότι τα πράγματα δεν θα πάρουν αυτή την τροπή. Ότι η ανθρωπότητα δεν θα βρει πέρασμα προς κανέναν επόμενο πολιτισμό. Σ’ αυτή την περίπτωση θα ζει στην αιώνια σκοτεινή πλευρά του κόσμου, στην επιβεβλημένη φτώχεια, στην ψυχική αποστέρηση, στους τοπικούς πολέμους, τις απελπισμένες εξεγέρσεις, τους συνεχείς εμφύλιους και θα βρεθεί άναυδη μπρος στον Παγκόσμιο πόλεμο ανάμεσα στα τρία-τέσσερα πραγματικά ανεξάρτητα κράτη που έχουν απομείνει, που θα συμπαρασύρει τους συμμάχους τους και θα πέσει στα κεφάλια εκείνων που ήλπιζαν σε μια ουδετερότητα. Οι δύο Παγκόσμιοι πόλεμοι που έζησε ήταν ευρωπαϊκοί πόλεμοι που έγιναν παγκόσμιοι, τούτος ’δω θα ξεκινήσει σαν Παγκόσμιος. Και με την Μεγα-βόμβα της γήινης οργής απασφαλισμένη… Θανάσιμα εναγκαλισμένοι οι μονομάχοι ενώ ανεβαίνει η στάθμη των νερών.
    
    Το να εργαζόμαστε και να ζούμε για το αντίθετο σημαίνει ότι ρυθμίζουμε τους εαυτούς μας σε έναν τόνο που έρχεται από πολύ βαθιά. Από τη στιγμή που κάτι τέτοιο γίνεται αντιληπτό δεν υπάρχει κάτι λιγότερο να γίνει και αμέσως κάποιος τάσσεται στο έργο γνωρίζοντας ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος τού να ζει.

    Πράγματι, δέος κατακλύζει την ψυχή μου όταν αναλογίζομαι την πορεία της ανθρωπότητας πάνω στη γη σε σχέση με την προσωπική ευθύνη.                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                 Β.H                                                               

Τρίτη 23 Ιουλίου 2019

Θάνατε


Θάνατε, Θάνατε
χιλιοπαρεξηγημένε
Δε λογαριάζουν πως με τη ζωή
τα ’χετε όλα μοιρασμένα
και κάθε τόσο
μοιράζετε ξανά
σα δυο καλά συνεταιράκια
Δε λογαριάζουν πως κάθε
τόσο και λιγάκι
που κάποιος τα παρατά και φεύγει 
με Έξοδο μοιάζει το φευγιό του
Κι όταν βλέπω ανθρώπους που τα ’χαν                                                       
όλα καλά μελετημένα
που ζούσαν πανταχούθε ασφαλισμένοι
νοιώθω μια σκοτεινή περηφάνια
που αυτοί, άνθρωποι αταξίδευτοι,
κατεβαίνουνε στη βάρκα
ή ανεβαίνουνε στο δρόμο
και μόνοι
διασχίζουνε τη γέφυρα.



                              Β.Η

Σάββατο 13 Ιουλίου 2019

Αυτός ο λαός...

                                    3/7/2015


Αυτός ο λαός άξιζε καλύτερη τύχη
Αυτοί οι άνθρωποι ίσως
επιδίωκαν λίγο ουρανό
Εμπρός σε τέτοια ιστορική ευκαιρία
πρώτου μεγέθους
κάνατε πίσω
αφού από πάντα ήσασταν
κάπως λαπάδες
Τώρα καθήστε εκεί σε μιαν άκρη,
γιατί πρέπει να ξεκαθαρίσουμε
με τις “Οικογένειες 
και μη ξαναμπλεχτείτε
στα πόδια μας ποτέ.

Στις κρίσιμες στιγμές η ηγεσία
πρέπει να βρίσκεται ένα βήμα μπροστά από τον λαό
Το αντίθετο φέρνει συμφορά.



                   
                             Β.Η

Κυριακή 23 Ιουνίου 2019

Ακινησία και Σκιά Πραγμάτων


Τρομακτική υπόσταση αποκτούν τα πράγματα
την ώρα που φτάνει ο θάνατος μες το δωμάτιο.
Γίνεται τότε φανερό ότι από πάντα είχανε
την ενδεδειγμένη στάση: την αναμονή.

                                                      Β.Η

Σάββατο 18 Μαΐου 2019

219 λειψές γραμμές:


      
Προσχέδια για τη Δημιουργία ενός Νέου Κόσμου
                      
                         (προπόσεις στο Μέλλον) 
                                     













Πρώτη Πρόποση

Είναι φανερό ότι άρχισε η διάλυση  
αυτού του πολιτισμού.
Βασανιστική μέχρι στιγμής
θα πάρει διαστάσεις εφιαλτικής σήψης
στα χρόνια που θα ‘ρθουν.

Ήρθε η ώρα να διαπράξουμε ένα έγκλημα
και να θεμελιώσουμε έναν Νόμο και μια πίστη.

Το ένα είναι η καθολική άρνηση
και κατεδάφιση ενός άτεγκτου κόσμου
που μέσα σε σύγχυση
βίαια θα αντιστέκεται στο μοιραίο του τέλος.
Το άλλο, η εξαγγελία
μιας πνευματικής αρχής
διατυπωμένης σε μια ολωσδιόλου καινούργια
και ταυτόχρονα πολύ παλαιά γλώσσα
η οποία θα καθηλώσει
τον άνθρωπο του καιρού μας.

Συγχωρείστε με για το μέγεθος και το βάθος
του εγχειρήματος
δεν υπάρχει κάτι λιγότερο να προτείνω.


Δεύτερη Πρόποση

Παρ’ όλα αυτά, το πράγμα παρουσιάζει την εξής ευκολία:
το περιβάλλον σήψης αποτελεί το καλύτερο λίπασμα
για το σπόρο που θα ετοιμαστεί.

Και την εξής δυσκολία:
χρειάζονται εκείνοι που
καθόλα ξένοι
και ταυτόχρονα πιστοί
θα είναι οι παρασκευαστές.

Αναχωρητές και Επερχόμενοι συνάμα.
Και η καρτερία του Αναχωρητή
εναλλάσσεται με την βία του Επερχομένου.

                …...

Αν η οδύνη της εξορίας  
συνηγορεί για την ηθική στάση,  
η δημιουργία κάτι τόσο αληθινού
που κρίνεται ως απαραίτητο
εγγυάται για την ομορφιά.
Ομορφιά μες την απλότητα.

Αν ο αγώνας για την αλήθεια
οδηγεί στη δημιουργία ενός προτύπου
που γνωρίζει την οικονομία
τότε οδεύει προς την τελειότητα.
Έτσι φθάνει στο απόλυτο.
Τέτοιος αγώνας είναι μια ηθική άσκηση.


Τρίτη Πρόποση

Όταν η επανάσταση θα έχει νικήσει
όταν η ελευθερία θα ανεμίζει τα κουρέλια της
πάνω από χιλιάδες κεφάλια
τότε θα διαπιστώσουμε ότι αυτό που
τόσο πολύ βοήθησε ήταν
η κυριαρχία κάποιων παντοδυνάμων εικόνων.

Η εικόνα είναι κάτι το εξαιρετικό.
Ο άνθρωπος πεθαίνει και ζει
με κάποιες εικόνες
εικόνες και ιστορίες.

Σιωπηλά επεξεργάζεται κάτι ιδεατό
σιωπηλά το δέχεται
και εν κρυπτώ βαδίζει

Αλλά για να φτιαχτούν αυτές οι εικόνες
να ειπωθούν αυτές οι ιστορίες
πρέπει κάποιοι να ιδούν τον κόσμο
σαν να είναι η πρώτη φορά

Σαν να μη τους βαραίνει καμιά εμπειρία.
Σαν να τον έχουν κοιτάξει με την αμεροληψία
του ανθρώπου που μόλις πάτησε το πόδι του εδώ.

Ένα τέτοιο βλέμμα, μια τέτοια ματιά
κάθε φορά που μιλά λέει και από μίαν αλήθεια.
Από μόνη της η αλήθεια γνωρίζει
πώς να λέγεται με ανεπανάληπτο τρόπο.

Ένας ηλικιωμένος ποιητής στο Γιουκατάν
ένας χωρικός στις Μέλαινες Ινδίες
που αγκομαχώντας πίσω απ’ τ’ άροτρο
ξαφνικά σταματά
για ν’ αφουγκραστεί το ευχαριστήριο τραγούδι της γης
ένας Aυτόχθων των αχανών πεδιάδων
που βαδίζει μέσ’ στο χιόνι-θύελλα
ή που μέσα σε τρανή ακινησία
νοιώθει το πρώτο αγέρι της άνοιξης
που φθάνει στη λευκή Αϊόβα
πρώτη ανάσα του καλοκαιριού που έρχεται
και ένας μεγάλος μουσουργός,

ένας Αφρικανός νομάς που σπρώχνει
τα κοπάδια προς το καφετί νερό - Νίγηρα πατέρα
κι ένας στοχαστής,

ένας αρχιτεχνίτης σ’ ένα καρνάγιο στο Αιγαίο
που ορθώνει τη ράχη κι αγναντεύει το Μέγα Κοβάλτιο
και ένας Σιβηριανός κυνηγός,
έχοντας συμπληρώσει τα στάδια της ωρίμανσης,
έχοντας ανταπεξέλθει στους κύκλους της ζωής,
φτάνοντας από εποχές κι από δρόμους
στο τελικό στάδιο της ακεραιότητας,
κατανοούν ο ένας τον άλλον
και αναγνωρίζονται μεταξύ τους
σαν μέλη μιας Λέσχης Ευγενών.

Και αυτό είναι το μέτρο της φιλοδοξίας του καθενός μας.

Δεν αγνοούν την κίνηση των ουρανών
και συνεχώς τους μιλά 
η αδιάλειπτη πορεία των άστρων.

Σκέφτονται τη ζωή μέσα απ’ το έργο,
από την κάθε μικρή λεπτομέρεια
ως τις αδρές και μεγάλες γραμμές του.


Ω, Νύχτα εσύ… θα κατέβεις με τα κλειδιά από πάγο
ν’ ανοίξεις τη μεγάλη αίθουσα χορού
που δονείται μέσα στα χιόνια.

Ω, Νύχτα εσύ… Είσαι η αιωνιότητα!       
Ω, Μέρες εσείς… Είστε η διάρκεια!


Μέσα από εποχές κι από δρόμους
έχουν φτάσει στον μυθικό εαυτό τους.
Τη στιγμή που θα καθίσουν σε κύκλο
ο κόσμος αρχίζει ν’ αλλάζει.

Δεν γίνεται να σκεφτεί κανείς με το μυαλό.
Η καρδιά είναι που λέει στον νου
τι και πώς να το σκεφτεί,
ύστερα ο νους διευθετεί τα υπόλοιπα.
Η καρδιά είναι το πολυτιμότερο όργανο.

Υποφέρουμε τώρα, όμως
οι κακές μέρες θα τελειώσουν.


Τέταρτη Πρόποση

Προς τούτο, όλα πρέπει να ειπωθούν
με όλο το χυμό τους,
ο αφηγητής γυρνά
και ξαναγυρνά
στους κοινούς καημούς
τους πόθους, τις αμαρτίες
τον πόνο, την ήττα, την ελπίδα,
στρέφεται εναλλάξ
στο φως και στο σκοτάδι,
περνά και ξαναπερνά
από τους τόπους της ανθρώπινης ερημίας
ώσπου να γίνει ο υπέρτατος εμπειρικός
κι έτσι αποκαθαρμένος
γίνεται ο οικουμενικός αφηγητής.

Τότε, ακολουθώντας τους ακατάλυτους ρυθμούς
της γέννησης και του θανάτου
θα αρχίσει να προβάλλει μια νέα ανθρωπότητα
για να υμνήσει τις χαρές της καινούργιας εργασίας
και να ξεσπάσει μες τις άγριες γιορτές που θα 'ρθουν.


Πέμπτη Πρόποση

Και τι άραγε μπορεί να σημαίνει:
εξαγγελία μιας πνευματικής αρχής?
Και μάλιστα τέτοιας που να συγκινεί
τους ανθρώπους αυτού εδώ του καιρού?

Και πώς μπορεί κάτι τέτοιο να διατυπωθεί?

Και μήπως υπερβαίνουμε
κατά πολύ
το μέγεθος της εποχής?
Ας αρχίσει λοιπόν η δουλειά!

Το απόλυτο στέκει μέσα στη ζωή,
όχι έξω και πέραν αυτής,

στα πράγματα τα ανθρώπινα
στην ακινησία των πετρωμάτων
στην κίνηση του στερεώματος.

Δικαίως εμφανίζεται μεγαλύτερον αυτής
αφού εκφράζει την πιο βαθιά της αλήθεια
Η αναζήτηση του απολύτου
είναι η κινητήρια δύναμη
της πορείας του ανθρώπου πάνω στη γη


Στη βροχή, στον πόνο
σε κήπο στεγνό από δάκρυα
ασυντρόφευτος ο άνθρωπος
φεύγοντας το κακό

στην αγωνία για το καλό
αρπάζεται απ’ το κακέκτυπο του καλού.
Αλλά κι αυτό πρέπει να αντιμετωπισθεί!

…ζούμε τον ατέρμονα χρόνο
ο πόνος λεπταίνει τον άνθρωπο
η χρεία θα δώσει τη σκληρότητα του μετάλλου 
η αγάπη στη ζωή
ας φέρει την επιείκεια.


Έκτη Πρόποση

Μα πώς μιλώ με τόση σιγουριά
σαν κάποιοι θαυμαστοί Παραστάτες
να είναι ήδη στον δρόμο?

Τα πάντα θα επιλύσει η ανάγκη
Θα υπάρξουν άνθρωποι που θα φέρει ο καιρός
Αυτοί που θα αναζητούν στα πράγματα
αυτό που ουδείς δύναται να υπερβεί
κι αυτό που πρέπει να υπερπηδηθεί.
Μες τη μόνωση θα ακούσουν την κλήση
και θα συλλάβουν τον βαθύτερο τόνο.
Είτε πρόκειται για ήχο
είτε για χρώμα.
Μέσα από διαδοχικές συναντήσεις
θα βρεθούν μπροστά ο ένας στον άλλον.
Σε κάποιες σημαντικές συζητήσεις
θα παιδευτούν από το πείσμα ερωτημάτων.
Φτωχό το ανθρώπινο ον επιβιώνει σε κόσμο δίχως ηχώ.
Ο κόσμος θα ανοικοδομηθεί πρώτα μέσα στο Μύθο.
Με την αφοσίωση θα βρούνε τη δύναμη.
Η αφοσίωση είναι κάτι που χτίζεται.
Μες την ανθρώπινη βουή θα βρουν τη σιωπή
που απαιτεί μια τέτοια εργασία
ήσυχος ο θάνατος ρίχνει τα ζάρια σε κάθε στροφή
η φυλακή χάσκει σα στόμα ανοιχτό
η εξορία κλείνει πίσω τις πόρτες
φυλακή, εξορία θα είναι για αυτούς μαθητεία,
τεράστια φίλτρα,
στην καρδιά τους δεν θ’ απομείνει καμία πικρία
και δεν γνωρίζω άλλο δρόμο από τη θυσία
- όχι για τον λαό, αλλά για τους επίλεκτους
ο λαός πρέπει να ζήσει για την ελευθερία -
και δεν γνωρίζω άλλο σκοπό απ’ την ομορφιά
γιατί - φοβάμαι που το λέω - μ’ αυτήν
τούτος ο πλανήτης
θα λάμψει μέσα στον Κόσμο
μ’ ένα καθάριο γαλάζιο δίχως ντροπή.
                              

Έβδομη Πρόποση

Ονειρεύομαι μια πρωτοπορία που πράττει
Ποιητές παίρνουν τα όπλα
Ονειρεύομαι έναν θηλύμορφο νέο
Την κρίσιμη στιγμή παρουσιάζεται με ιερατική μορφή.
           
Νεαροί Σιωπηλοί από μακρινά προάστια
βαδίζουν ένοπλοι πάνω στα βρεγμένα πλακόστρωτα
μοιράζουν οπλισμό στην πάσχουσα ανθρωπότητα
…Τώρα!
Μια κόκκινη κηλίδα απλώνει
Ξαφνικά ζεστό υγρό ποτίζει πουκάμισο

Μια κοπέλα στριγγλίζει
Ξυπνώ σε πλήρες σκοτάδι
Τρεις και τέταρτο - προχωρημένη ώρα νυκτός
Ακούω τους χτύπους της καρδιάς

Ένα δωμάτιο ζεστό
Tα πρώτα χρόνια της ζωής επιστρέφουν

Δεν γνωρίζω αν είμαι ζώο ή άνθρωπος
Ω καρδιά μου μες στο σκοτάδι, η αναπνοή έχει νικήσει!                                               

                                                       
                                                                      Β. Η