Οι άνθρωποι θέλουν την
ενότητα του βίου
αγαπούν την ιστορία
χρειάζονται τη συνέχεια
και θέλουν να συμμετέχουν σε κάτι που
έχει αρχή-μέση-τέλος.
Θέλουν να βλέπουν τον εαυτό τους
μέσα στο μεγάλο χάρτη της ζωής
κι έχουν τρομάξει έως θανάτου,
κρύα πνοή μέσα απ’ τις χαραμάδες
της ψυχής τους
υγρή και νοτισμένη
κι ας εμφανίζονται ψύχραιμοι
κι ας γεμίζουν τους δρόμους…
Γι’ αυτό και ‘γώ έρχομαι
φορώντας μάσκα και βροντή
να μιλήσω για το έθνος
τους Έλληνες τους πιο παλιούς
εκεί που αρχίζει η ιστορία.
Γι’ αυτόν που γύριζε
τον κόσμο σαν σκυλί
και καυχιόταν πώς
το όνομα του ήταν Κανένας…
και πολλών ανθρώπων είδε πόλεις
και γνώρισε τις νοοτροπίες.
Έπειτα
λέγεται ότι στην αναζήτηση
της αλήθειας δεν δίστασαν μπροστά
σε τίποτα
και πως έπαιζαν
ψάχνοντας γι’ αυτήν
σαν να ήτανε παιδιά.
Επίσης
λέγεται ότι γεμίζανε τα
θέατρα,
το διάφανο της Επιδαύρου
το βαρύ Ησιόδειο της Δωδώνης
βοσκοί που ερχόντουσαν με τα πόδια
και τους αραμπάδες
μέσα απ’ τα βουνά.
Και η πάλη τους ενάντια στην
Ολιγαρχία
που καταγράφηκε απ’ τους ιδίους
εν πάση λεπτομερεία
παγκόσμια κληρονομία
μοιάζει σαν να έλαβε χώρα μόλις χτες.
Χαρά ήταν να ζει κάνεις την εποχή εκείνη!
Υπήρξε πράγματι αυτός ο λαός?
Πολλά χρόνια πριν,
είναι αλήθεια
και μετά όλα χάθηκαν
γιατί η παρακμή είναι
νόμος φυσικός
όχι όμως χωρίς ν’ αφήσουν ίχνος!
Δεν μιλώ για μίμηση
την έμπνευση ζητώ
από ανθρώπους που θα
αποτελούσανε για μένα
αν τύχαινε να βρεθώ ανάμεσά τους
την πιο καλή παρέα.
Και θα μιλήσω τώρα για τους
αιώνες της σιωπής
κι αυτούς που λημεριάζανε
στον ανήμερο το λόγγο
πώς παραβγαίναν στο λιθάρι,
το πήδημα, το τρέξιμο και τις αμάδες
πώς χόρευαν,
πώς πολεμούσαν, πώς μαντεύαν
τα μελλούμενα στην πλάτη του αρνιού
σαν να μην πέρασε μια μέρα
απ’ το έτος της Ιλιάδας.
Και πώς έγιναν οι κλέφτες
επαναστατικός στρατός,
αυτό κι αν έχει ενδιαφέρον!
…γιατί στις πιο ζοφερές στιγμές της
η Ελλάδα πάντα θα ξαναγυρνά στο ΄21
ασύλληπτο εγχείρημα, ηρωϊσμός και ατιμία!
Αυτή είναι η μήτρα που έβγαλε
εμάς, τους νεότερους Έλληνες.
Εκεί είναι όλα κρυμμένα
κι ό,τι τότε έμεινε λειψό
λάμπει σαν καθήκον
που απόμεινε σε μας να φέρουμε σε πέρας.
Να τελειώσουμε ΄κεινη την παλιά
επανάσταση
που καταφέραμε και διώξαμε τον Τούρκο
αλλά αφήσαμε απείραχτους τους προεστούς
και άθιχτη την δύναμη της Εκκλησίας.
Το Κάλεσμα
στην Επίδαυρο,
21 Δεκέμβρη του ’21,
το
λέει καθαρά:
«Η πρώτη ελευθέρα συνέλευσις των Ελλήνων
ύστερα από εικοσιδύο αιώνες»
καλώντας για πλήρη απελευθέρωση
και γίνανε πολλά και δεν ξανακούστηκε η
φράση.
Μέσα σε κείνη την Ευρώπη
μετά την ήττα της Γαλλικής Επανάστασης
δέθηκε χειροπόδαρα και η δικιά μας
και φτιάχτηκε το μικρό το κράτος
που προτιμούσε να ‘ναι ρωμαίικο
ή γραίκικο
αλλά όχι ελληνικό
όπως φόραγε η Ελλάδα το ένα στενό
παπούτσι
που το λέγανε χριστιανισμό
ποδέθηκε και τ’ άλλο που το λέγαν Δύση.
Δεν ορίζουν οι κατακτημένοι!
Γι’ αυτό κοιτάχτε την έκλειψη των δυό
χιλιάδων χρόνων
και μη την ψευτογεμίζετε
με Ελληνορωμάϊσμούς
Βυζαντινισμούς
και Ελληνοχριστιανισμούς
Η Ελλάδα νικήθηκε το 146 π.χ.
Κι ήρθε ύστερα η προσφυγιά του ‘22
ο χαμός της Μικρασίας
«η κατάβαση του Ελληνισμού στον Άδη».
Κι όλες οι υπόλοιπες η μια πάνω στην
άλλη
από τη Μαύρη Θάλασσα ως την Αλεξάνδρεια
το μάντρωμα του Ελληνισμού στο επαρχιακό
το κράτος.
Και τώρα φορώντας τη μουτσούνα του
Μινώταυρου
θα μιλήσω για τη φοβερή
δεκαετία του ΄40
που η αυλαία της άνοιξε και έκλεισε
στα ίδια έρημα βουνά
κύκλος τραγικός
φρίκη σιωπηλή κι αδιέξοδη
ανάμεσα στο εθνικοφασιστικό τέρας
και τον σταλινικό Γολγοθά,
που παίξανε στα ζάρια τη μοίρα ενός λαού
που στάθηκε με αυτοσεβασμό στον πόλεμο
και απροσκύνητος μες τη γερμανική κατοχή
κι είχε στην αγκαλιά του
μαύρη μνήμη - μαύρη πέτρα
την πείνα τον χειμώνα του ’42.
Καημένα έρημα παιδιά!
Από ‘κείνον τον εμφύλιο
τι μας απόμεινε?
Άδεια τα χέρια μας κρατούσαν σκιές.
Κι ύστερα το κουτσούρεμα στην Κύπρο,
Μικρασιατικά παράλια, Εμφύλιος, Κύπρος,
τρεις ήττες είναι πολλές για ένα λαό
και Ουαί τοις ηττημένοις!
Καθόλου παράξενο λοιπόν που η χώρα
αποπειράθηκε
να ξεχάσει τον εαυτό της.
Σ’ όλη τούτη την πορεία
που σας εξιστορώ…
υπάρχουν ήρωες
υπάρχουν μάρτυρες
κι ανθρώποι που δούλεψαν με το κερί,
ρωτώ: σε ποιόν ανήκουν?
Γιατί όποιος τρομάζει
απ’ τους φυσικούς συμμάχους
του
είναι ολότελα χαμένος.
Εκτός από βενζίνη και λάδι
το μπουκάλι όταν φεύγει αναμμένο
θέλει και μια δόση Ιστορίας.
Την έχουμε ανάγκη
είναι αυτή που κάνει πατρίδα μία κοινωνία.
Για πολύ καιρό αφέθηκε στα χέρια
αυτών που την φοβούνταν.
Δεν είναι μόνο μάθημα του χτες
που έρχεται και μπαίνει στο σήμερα
αλλά όπως η αφήγηση κυλάει
δέστε πως όλοι σκύβουνε μπροστά
χωρίς ανάσα
έτσι φτιάχνει το παιδί κόκαλα γερά
όταν μέσα τους έχουνε μεδούλι.
Γι’ αυτό πάρε τη
θέση σου
μέσα σε τούτη την πορεία
καθόρισε το έργο
και δες πως φαίνεται από μόνο του:
αυτό που βαλθήκαμε να κάνουμε
αδύνατο να γίνει χωρίς βοήθεια
απ’ την Ελλάδα.
Και σε αυτήν θα επιστρέφουν ασταμάτητα
οι κόποι μας.
Όχι για κάποιο υποθετικό της μεγαλείο
ούτε για μιαν υπεροψία ή πόζα εθνική
αλλά για να μπορέσει αυτή η χώρα
αναλογιζόμενη τον εαυτό της
να ξανακάνει μια πρόταση στον Κόσμο.
Έναν Κόσμο που τόσο την έχει ανάγκη.
Αυτό δηλαδή που έλαμψε στο κέντρο της
για μια ολόκληρη εποχή
και έκτοτε διασχίζει σαν υπόγειο ρεύμα
όλη της την Ιστορία,
ισηγορία και συμμετοχή
ελευθερία και δικαιοσύνη.
Ό,τι πιο πολύ ο Κόσμος έχει σήμερα
ανάγκη.
Τότε θα είμαστε
δικαιολογημένα υπερήφανοι.
Όπως κάθε άνθρωπος έρχεται στη γη
για να αφήσει πίσω του ένα δώρο στη ζωή
έτσι και τα έθνη,
κάθε έθνος, έχει ένα συλλογικά έργο να
επιτελέσει
και απαιτείται μεγάλος κόπος για να
συλληφθεί
και να πραγματοποιηθεί
ένα τέτοιο σχέδιο
που τελικό σκοπό, να έχει την ομορφιά.
Μ’ αυτή την ομορφιά ο πλανήτης Γη
μπορεί και συνεχίζει
την πορεία του ανάμεσα στα αστέρια
μέσα σ’ αυτό που κάποτε
αποκαλούσαν Κόσμο.
Β.Η