Εδώ, στην εξώτερη περιφέρεια, τελειώνει
το επίσημο, διευθετημένο, Καράκας και αρχίζει η φαβέλα η επονομαζόμενη «Ζούγκλα».
Ακτινωτή διάταξη, ομόκεντροι κύκλοι που σπάνε σε τεθλασμένες. Η σοφία του
κυττάρου, η εργασία της μέλισσας, η ανθρώπινη ευρηματικότητα και ο δαιμονικός
άνθρωπος· ο
εφιάλτης ενός χωροτάκτη. Ποια αστυνομία μπορεί να μπει εδώ μέσα; Ποιο κρατικό
σχέδιο μπορεί να ελπίζει σε κάτι παραπάνω από το να είναι ένα ακόμα κρατικό
σχέδιο;
Ανθρώπινες ομιλίες, ήχοι ενός
δείπνου σε περίκλειστη αυλή. Μες την αεικινησία των γυναικών ιδρωμένοι γυαλίζουνε
στο σύθαμπο οι ώμοι των ανδρών γύρω από ένα τραπέζι· αιώνιος χαλκός. Οι ψιλές, παραπονιάρικες φωνές
των θηλυκών, το βαρύ μουκάνισμα των αρσενικών. Βρωμερά απόνερα στο ρείθρο,
ανθρώπινη αποφορά. Ένας καυγάς ξεσπάει στην απάνω ρούγα, υβρεολόγιο ακατάσχετο.
Χάχανα. Ένα λεφούσι περνά τρέχοντας, κάποιον κυνηγούν. Μια γυναίκα διώχνει τον
άντρα της, κλάμα μωρού. Βρισιές απανωτές και μετά σιωπή. Οι ανάσες ανθρώπων που
κοιμούνται κι ένα βαρύ ροχαλητό. Ερωτικά βογγητά, το αγκομαχητό μιας γριάς που
πεθαίνει, ένα παιδί δεν σταματάει να κλαίει.
Θάνατος ενός νταή, ένας μύθος γεννιέται.
Μουσική δυο σοκάκια παραπάνω, ένας ατέρμονος Λαβύρινθος, όλα καταλήγουν σ’ ένα
ξέφωτο στο κέντρο. Ταχύτατα διαδίδονται τα νέα, μια κοπελίτσα βγαίνει στο κλαρί.
Αρχαίες γάτες. Αγόρια κουβαλάνε κάτι τυλιγμένο. Η νύχτα ζεστή, υγρή, αποτρόπαιη.
Γαβγίσματα σκυλιών.
Από δω ξεκίνησε η ανθρωπότητα. Εδώ
επιστρέφω κι εγώ στα πιο λυπημένα μου όνειρα. Όπως ο περιπλανώμενος επιστρέφει
σε μια γυναίκα. Όπως το σκουλήκι ξαναγυρίζει στον βάλτο.
Β.Η.