Υποθέτω ότι κάποτε
πρέπει να απαντήσω στο ερώτημα που μου τίθεται (αρκετά διακριτικά, είν' η
αλήθεια): Πώς, εγώ, ένας απλός καταγραφέας, κάποιος που προσπαθεί να συλλάβει
μια αυθεντική όψη του κόσμου σήμερα, μπορώ και ξανοίγομαι σε τέτοιους μεγαλόπνοους και
αισιόδοξους στοχασμούς σε καιρούς ολοκληρωτικής αποκαρδίωσης! Πού βρίσκω το
κουράγιο και εξυμνώ την συγκρότηση σε μια εποχή διάλυσης και άκρατου
σχετικισμού και την ελευθερία σε συνθήκες θριαμβεύουσας Ηγεμονίας. Σκέψου! Λες
και η καταγραφή (ποιητική ή δοκιμιακή, αδιάφορο!) θα 'πρεπε να γλείφει τον
καθρέφτη της πραγματικότητας. Λες και θα 'πρεπε να σιτίζεται στα συσσίτια!
«Ο δυνατός ρεαλισμός
(στην λογοτεχνία ή στον κινηματογράφο) συναντά την πραγματικότητα δεν στέκει
όμως εκεί… Αλίμονό μας! Μια κάποια απόσταση από τα πράγματα συνήθως είναι
σημάδι υγείας και δύναμης πνευματικής».
Τι είδους απόσταση
πρέπει όμως να είναι αυτή? Πόση ακριβώς και προς ποια κατεύθυνση? Και ο
προσεκτικός αναγνώστης θα αισθανθεί πως ό,τι διατυπώνεται εδώ και ‘κει, θαρρείς
και λέγεται κάτω από το φως ενός Μαύρου Ήλιου. Και ότι ο καταγραφέας, όσο κι αν
ξανοίγεται, μιλά κάτω απ’ το βάρος κάποιου δέους και πίεση πολλών ατμοσφαιρών.
Ας προσπαθήσω λοιπόν…
Κατ’ αρχήν, θα
συμφωνήσω μαζί σας, ότι η βία με την οποία επιβάλλεται το εμπόρευμα - αφανής ή
εμφανής δεν έχει σημασία – παραμένει αναπάντητη. Ότι το θάμπωμα του παγκόσμιου
πληθυσμού από την ανεξάντλητη δύναμη της τεχνολογίας και ο θαυμασμός μπρος στην
ασταμάτητη παραγωγή και την απρόσκοπτη διάθεση εμπορευμάτων είναι ικανά να
αποθαρρύνουν κάθε Δημοκράτη. Ότι αυτός ο παραισθητικός κόσμος κατέστησε παρωδία
τον Δημόσιο διάλογο καταφέρνοντας, προς το παρόν, να αποκλείσει κάθε αληθινό
ερώτημα σχετικά με τη ζωή και, έχοντας επιβάλλει τα δικά του πλαστά ερωτήματα,
δεν χρειάζεται να ανησυχεί πλέον για τις
απαντήσεις. Ότι αυτός ο κόσμος της πλαστότητας έχει αναθρέψει κιόλας δυο γενιές
που του είναι απόλυτα πειθήνιες και συμπεριφέρονται σαν ψυχικά ανήλικοι κι ότι
κάποιοι λιγοστοί, που επιμένουν να διατηρούν τα λογικά τους, μοιάζουν να έχουν
τεθεί εκτός μάχης κι ότι ακόμα, όλοι αυτοί οι αλλόκοτοι νεοφερμένοι που
βγαίνουν από παντού, κυκλοφορούν με πρωτοφανή αυτοπεποίθηση μέσα σε μια παρωδία
ελευθερίας… ναι, σ’ όλα αυτά δεν θα διαφωνήσω!
Α, αυτές οι μεμψιμοιρίες,
αυτή η φειδώ και αυτές οι γερασμένες γενεές… Μια άνεση ύποπτη μοιάζει να είναι
ό,τι απόμεινε να δει κανείς. Τω όντι, «αυτή εδώ η εποχή βούλιαξε!»
Παρ’ όλα αυτά, τίποτα
δεν μπορεί να είναι πιο επίφοβο από μια τόσο απόλυτη νίκη. Αυτό που επικράτησε
σε πλάτος και σε μήκος, αλλά και σε κάποιο σχετικό βάθος, καλά θα κάνει να
φοβάται ό,τι μπορεί να προέλθει από ακόμα μεγαλύτερο βάθος. Αυτό που κυριάρχησε
τόσο απόλυτα στον χώρο καλά θα κάνει να τρέμει μπρος σε κάτι που μπορεί να
προέλθει από το εσωτερικό του Χρόνου. Και πράγματι, από ένα έμπειρο μάτι δεν
γίνεται να ξεφύγει η περισσή φροντίδα με την οποία αναρίθμητοι ειδικοί υφαίνουν
την κυριαρχία και απεργάζονται τη σύγχρονη δουλεία. Από το ασκημένο αυτί δεν
ξεφεύγει η ύποπτη άνεση και ο αδιόρατος τόνος
με τον οποίον εκφέρονται τα μικρά και μεγάλα ψέματά της. Πώς αλλοιώς? Ακόμα και
τα μικρά παιδιά γνωρίζουν ότι ο καταπατητής και ο παραχαράκτης δεν κοιμούνται ποτέ
ήσυχα! Και είναι ακριβώς εδώ ένα επίμαχο σημείο: Με κάθε παιδί που έρχεται στον
κόσμο, ο αγώνας τους πρέπει να ξαναρχίζει. Η προσπάθεια να φτιάξουν έναν
καινούργιο δούλο ενέχει πάντα ένα ποσοστό αποτυχίας. Κάθε νέα ζωή μπορεί να
αποβεί για αυτούς μοιραία. Κάθε γέννηση πατροκτονία. Και δεν είναι καθόλου
σίγουρο ότι οι παλιοί δούλοι θα φοβούνται δια παντός. Τι αγώνας! Τι κρυφή
αγωνία!
Ωστόσο η
σημερινή Ηγεμονία φαίνεται να τα κατάφερε ως τώρα καλύτερα από τις παλιές μονολιθικές
εξουσίες. Διάχυτη και φιλελεύθερη, ρευστή αλλά συγκεντρωμένη όπου χρειάζεται,
μιλά τη γλώσσα των δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών. Όσο όμως ανεκτική,
άλλο τόσο ανηλεής όταν η ανάγκη το επιτάσσει. Ρευστή και φιλελεύθερη, φρικιά
μπρος στην ελευθερία. Ο Καπιταλισμός διάβασε πολύ καλά την ψυχή του σύγχρονου
ανθρώπου και η Τεχνολογία τον προμηθεύει με αστείρευτα μέσα. Πράγματι, οι γάμοι
του Καπιταλισμού με την Τεχνολογία αποδείχτηκαν εξαιρετικά πετυχημένοι.
Όταν δε λέω, «διάβασε
πολύ καλά» εννοώ: καλύτερα από όσους ως τώρα τού αντιτάχθηκαν. Κι όταν λέω ότι
«η Τεχνολογία προμηθεύει», ας συμπληρώσω ότι και ο Καπιταλισμός συνέχεια
τροφοδοτεί την Τεχνολογία με ζεστό αίμα. Σαν να λέμε ότι αυτοί οι δυό μεγάλωσαν
μαζί ή ο ένας ανάθρεψε τον άλλον. Κι αυτό κάλλιστα μπορεί να σημαίνει ότι
αμφότεροι είναι γεννήτορες του άλλου, οι δε γάμοι τους είναι τόσο πετυχημένοι,
αλλά τόσο στοιχειωμένοι και τρομακτικοί όσο όλοι οι αιμομικτικοί γάμοι. Άρα δεν
είναι καθόλου τυχαίο που δεν μπορούν να ζήσουνε στιγμή χωρίς να εκμαυλίζουν. Επομένως
είναι αναμενόμενο ότι το τέλος θα είναι πικρό για όλους αν δεν σφαγιασθούν κι
οι δυο πάνω στο κρεβάτι. Όλα αυτά βέβαια έχει κανείς το δικαίωμα να τα αναλογιστεί
σοβαρά ή να τα προσπερνάει…
Μπορεί λοιπόν στις
μέρες μας η αλήθεια να ζει δύσκολες στιγμές, μα, όπως και να ’χει, δεν χάθηκαν
οι έντιμοι άνθρωποι απ’ τον κόσμο μας. Και, έχοντας απογοητευτεί όσο δεν
παίρνει άλλο, δεν μένει παρά να συναντηθούν. Γιατί - σίγουρα θα συμφωνήσουμε κι
εδώ – χαρακτηριστικό των τιμίων ανθρώπων είναι να εμπιστεύονται τους άλλους. Όμως
είναι αδικαιολόγητη η εμπιστοσύνη που έδειξαν ως τώρα στο Κράτος-προστάτη, στην
αρωγό Εκκλησία, στην ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, στο ήθος των εμπόρων, στην παρρησία
των διανοουμένων, στην ανεξαρτησία των ακαδημαϊκών, στην κηδεμονία των
τεχνοκρατών, στην οικουμενικότητα των Διεθνών Οργανισμών… Τόσο αδικαιολόγητη
και τόσο παράδοξη ώστε θα μπορούσαμε να υποπτευθούμε ότι, για πολλούς από
αυτούς, δεν υπάρχει κάτι άλλο να ακουμπήσουν και έχοντας απομείνει γυμνοί
προσπαθούν κακήν-κακώς να σκεπασθούν με ράκη. Επομένως, μένει ο έσχατος αγώνας:
αυτός που θα αναληφθεί από τους καλούς ανθρώπους που, ελευθερωμένοι από τις
ψευδαισθήσεις τους και επαγρυπνούντες απέναντι και στον ίδιο τους τον εαυτό ακόμη,
θα επιμένουν να διατηρούν δεσμούς. Και μάλιστα συναρθρωμένους γύρω από ένα
συνεκτικό όραμα και μια νέα πίστη.
Γιατί η αλήθεια είναι πως κανείς δεν μπορεί να καταφέρνει το οτιδήποτε, αν αυτό δεν είναι ήδη ενταγμένο - ή δεν έχει φροντίσει ο ίδιος να το εντάξει - σε κάποιο πλαίσιο. Πλαίσιο που να συμπεριλαμβάνει άλλους αλλά και κάποιες ιδέες και να αναβλύζει - ας το πούμε έτσι - εικόνες.
Γιατί η αλήθεια είναι πως κανείς δεν μπορεί να καταφέρνει το οτιδήποτε, αν αυτό δεν είναι ήδη ενταγμένο - ή δεν έχει φροντίσει ο ίδιος να το εντάξει - σε κάποιο πλαίσιο. Πλαίσιο που να συμπεριλαμβάνει άλλους αλλά και κάποιες ιδέες και να αναβλύζει - ας το πούμε έτσι - εικόνες.
«Κι αν κανείς θελήσει
να προβεί σε μια προφητεία για την πολιτική του μέλλοντος, αυτή δεν θα έχει να
κάνει με έναν αγώνα για την κατάκτηση ή τον έλεγχο του κράτους, αυτόν τον εγγυητή
της παρούσας τάξης πραγμάτων, αλλά με τον αγώνα ανάμεσα στο κράτος και την
ανθρωπότητα». Η ρήξη μεταξύ τους (δυσδιάκριτη ακόμα) έχει συντελεσθεί και η
διάζευξη είναι ανεπανόρθωτη. Και η ανθρωπότητα, όπως το νερό, θα βρει μύριους
τρόπους για να περάσει στον επόμενο πολιτισμό. Κι η σήψη που όλο και
περισσότερο πνίγει τα πάντα - αιτία τόσων παραπόνων σήμερα - αποτελεί το
καλύτερο περιβάλλον για τον νέο σπόρο που πρέπει ανελλιπώς να ετοιμάζεται.
Κι έτσι, εγώ μπορώ να τραγουδώ στον εαυτό μου:
Ω, εσύ, ο καταλαλητής της ανομίας, Ω, εσύ ο
προασπιστής όλων αυτών που δεν έχουν πού την κεφαλήν τους κλίναι! Ας
ξαναπιάσουμε τη μελέτη του έργου που συσπειρώνεται και ξανανεβαίνει μέσα στις
μάζες.
Έτσι, εγώ προσμένω
μια εποχή που δεν μπορεί παρά να έλθει, όπου όλο και περισσότεροι άνθρωποι θα
αρχίσουν να ζουν στην περιφέρεια του κόσμου μας έχοντας συμπήξει μικρές
Συμβιωτικές ομάδες που θα έχουν το σιωπηλό θάρρος να αποκαλούνται
«Οικογένειες»! Σχηματισμένες από ελεύθερη επιλογή και απαλλαγμένες από την
τυραννία του κοινού αίματος, του εγωισμού του κοινού αίματος - αυτή την ύστατη
ιδιοκτησία - θα ζουν την ελευθερία και την νέα ενότητα. Αυτοί που θα τις
απαρτίζουν, έχοντας δραπετεύσει από τα παγωμένα ψυχικά τοπία του Edward Hopper, θα ξαναβρίσκουν εκεί μέσα τη ζεστασιά του ανθρώπινου
χνώτου. Παρίες και φυγάδες ενός κόσμου που αθέτησε τις υποσχέσεις του θα
βρίσκουν εκεί μια στοργή που άνοιξε το σπίτι της μες τον αδιάκοπο χειμώνα.
Κι εμείς… Ω, εμείς αγαπημένη… δεν θα σταματήσουμε
ποτέ να ταξιδεύουμε.
Και στο Παλάτι, το έρημο που το δέρν’ η
ανεμοζάλη,
που μπαιν’ η Μέρα από τη μια και η Νύχτα από
την άλλη
θα ‘ρθουμε να καταλύσουμε για μια βραδιά
Θα πορεύεται δε κάθε οικογένεια μέσα στον κόσμο, πιστή
σε έναν χαρακτήρα, παίρνοντας συνέχεια στίγμα μέσα απ’ τις ιστορίες και τις
αφηγήσεις των μελών της που επαναλαμβανόμενες μέσα σε οικογενειακές τελετές θα
λειαίνονται διαρκώς ώσπου να δημιουργήσουν ένα πανοραμικό συλλογικό αφήγημα -
μια οικογενειακή saga
μες
την οποία οι παιδικοί τρόμοι και οι καταχωνιασμένοι παλιοί πόνοι θα χάνουν τη
δύναμή τους. Τότε, σιγά-σιγά κάθε οικογένεια-φυλή θα φτάνει σε ένα
σύμβολο-τοτέμ, ένα ζώο που, στην φαντασία των μελών της, θα αντιπροσωπεύει την
κοινότητά τους και θα την προστατεύει. Που θα αναφέρονται σ’ αυτό και στο οποίο
θα βλέπουν τον εαυτό τους. Που σε ετήσιες γιορτές θα παρακάθονται σε «τοτεμικά
γεύματα» όπου, συμβολικά, το ζώο θα καταναλώνεται επικυρώνοντας τον φόνο του
πατέρα και την αδελφική ενότητα. Ένας αρχαίος δυναστευτικός Πατέρας και η εξοστρακισμένη
Καταβροχθίστρα Μάνα θα προσέρχονται τώρα στο δείπνο της συμφιλίωσης με τους
ελεύθερους από μνησικακία γιούς και κόρες που θα πορεύονται προς έναν
επανακαθορισμό του Ιερού.
Σε ένα διαρκή πόλεμο χαμηλής έντασης με την κυρίαρχη κοινωνία, αυτές οι οικογενειακές μορφές θα αλληλοστηρίζονται και θα δημιουργήσουν δίκτυα μιας αφανούς εσωτερικής οικονομίας. Ενάντια στον πανίσχυρο βιομηχανικό τομέα και στα δίκτυα διανομής του θα δημιουργούν μικρές ερασιτεχνικές βιοτεχνίες που τα προϊόντα τους, χέρι με χέρι, θα φτάνουν εκεί που πρέπει. Και όχι μόνο για λόγους αντιμαχίας αλλά και από προσωπική υπερηφάνεια κάποιος θα μαθαίνει να υφαίνει για να μπορεί να δείξει σε όλους, ποιος πραγματικά είναι. Και όχι μόνο για αυτοάμυνα, αλλά και για να προστατέψει τους οικείους του θα μαθαίνει να μάχεται. Και να που η λέξη «οικείος» θα αποκτήσει όλο το νόημα και την ομορφιά που δίνει η αληθινή συντροφικότητα.
Αν χρειαστεί λοιπόν να υποχωρήσουν ως την Αρχαιότητα, πριν από τις μονοθεϊστικές θρησκείες, θα υποχωρήσουν ως εκεί κι ακόμα πιο βαθιά. Ως τον κραταιό Μύθο και την πρωτόγονη Φωτιά. Αυτό είναι ο ελιγμός στον Χρόνο όταν το έδαφος έχει χαθεί. Θα περάσουν στη Σιωπή γιατί το κράτος μπορεί να αντιμετωπίσει τους πάντες αρκεί να είναι παρόντες μέσα στο Θέαμα. Αρνούμενοι τη συμμετοχή, χωρίς αντιπροσώπευση, χωρίς αναγνωρίσιμη ταυτότητα θα γίνουν φαντάσματα. Αυτός είναι ο τρόπος όταν λείπει η ισχύς.
Τότε θα χρειαστεί να πολεμήσουν γιατί το κράτος δεν
μπορεί να ανεχτεί κάποιους που, διατηρώντας δεσμούς ως το σημείο να έχουν κοινή
ζωή, δεν έχουν κανένα αίτημα, δεν διεκδικούν καμιά αντιπροσώπευση, δεν συμμετέχουν
στην αδιάκοπη κίνηση σκιών που στήνεται παντού και, αδιαφορώντες για τη σύναψη
μαζί του οποιουδήποτε κοινωνικού συμβολαίου, αποβλέπουν στα πάντα.
Όταν λοιπόν έρθει η ώρα της ανοιχτής σύγκρουσης θα
είναι έτοιμοι. Αλλά ο πόλεμος που ως τότε θα διεξάγουν αυτοί οι «ορκισμένοι» θα
είναι ένας πόλεμος που ο εχθρός δεν θα μπορεί να καταλάβει. Παντού όπου αυτός
είναι, αυτοί θα είναι απόντες. Όπου θα βρίσκονται αυτοί, αυτός θα είναι
ανέτοιμος. Η παρεμπόδιση των επικοινωνιών του, η καταστροφή του υλικού του, η
παρενόχληση του ανεφοδιασμού του θα τον φθείρουν. Οι αιφνιδιασμοί θα κάμπτουν
το ηθικό του. Η συνεχής κίνηση θα είναι η τακτική. Η εξαφάνιση εδώ και η
ξαφνική εμφάνιση αλλού, εκεί που αυτός δεν περιμένει, θα είναι ο τρόπος. Η
αποφυγή μάχης θα είναι ο κανόνας. «Οι
αρχαίοι πολεμιστές πρώτα έκαναν τους εαυτούς τους αόρατους. Μετά περίμεναν τη
στιγμή που ο εχθρός ήταν ευάλωτος». Θα
είναι ο πόλεμος των νομάδων ενάντια στον κρατικό στρατό. Θαρρείς «από γενιά του
Σατανά, θα είναι διάφανοι και δίχως βάρος» ή αλλοιώς: παιδιά του ανέμου. Έτσι,
αυτοί που δημιουργούν έρημο θα υποκύψουν στον Χαμσίν, τον άνεμο της ερήμου που
αλλάζει τα σημεία. Εδώ οι πλάκες του πεζοδρομίου έχουν ξεκολλήσει, εκεί μια
στρογγυλή γωνία και μετά μια ελαφριά κατηφοριά· κάποτε ένας περίφημος καυγάς. Εδώ μια
λόχμη και μια συστάδα ερειπίων, εκεί κήποι συνορεύουν μ’ άλλους κήπους ως τους
πίσω δρόμους. Και κάποιος δρόμος μπορεί να αποτελέσει παγίδα ενώ ένας
παράδρομος να αποβεί σωτηρία·
κάποιοι γνωρίζουν τον τόπο πολύ καλά! Η
σύγκρουση θα συνεχίζεται αέναα. Μέρα ή νύχτα. Μπρος στα μάτια πληθυσμών που
παρακολουθούν και κρίνουν. Στην αργή και συστηματική μετακίνησή του αντιπάλου
θα αντιτάξουν την ταχύτητα. Στην παράταξή του, την αφάνεια. Και στην πειθαρχία
του, χίλιους στρατηγούς. Στους κρατικούς στρατούς και στους ειδικούς της
Ηγεμονίας θα αντιπαρατάξουν μαχητές. Συμβιωτικούς Στρατούς - μόνο κατ’ όνομα στρατούς
- που θα ζουν πολεμώντας και θα πολεμούν με τη ζωή τους. Ο αντάρτης δεν γίνεται
ποτέ στρατιώτης. Γιατί αυτοί θα ζουν στους δρόμους και στις συνοικίες όπου εκείνοι
απλά περιπολούν.
Πάρ’ όλα αυτά δεν θα ‘ναι απαραίτητο να πεθάνεις
όπως έζησες: με το όπλο στο χέρι. Μια παράδοση μη-βίας που υπάρχει καταγεγραμμένη
στις Δέλτους της ανθρωπότητας μπορεί κάλλιστα να βρει τον δρόμο της προς την
επιφάνεια. Σε κρίσιμες στιγμές απρόσκοπτα δουλεύει η συλλογική μνήμη. Το αίμα
νικάει το σπαθί και κάποιοι εξαιρετικοί άνθρωποι μπορεί να αναδειχθούν μέσα από
τις κοινότητες για να διδάξουν πώς τα χτυπήματα απορροφώνται από το βάθος.
Κι ακριβώς εκεί θα διεξαχθεί η Δίκη αυτού του
κόσμου. Στους δρόμους, στους δρόμους, στις "ανοικτές αρτηρίες" της Βαβυλώνας. Ακούραστοι αγγελιοφόροι θα φέρνουν μηνύματα. Εκεί όπου επικρατεί η
ψυχρότητα των γραφειοκρατών και της Τεχνικής θα εμφανίζονται ανθρώπινα πρόσωπα.
Στην διεκπεραιωτική ταχύτητα θα αντιτάξουν την βραδύτητα. Στη «συναίνεση» και
την «ανεκτικότητα», την αδελφοσύνη. Παντού όπου οι φτωχοί είναι στο έλεος των Υπηρεσιών,
θα είναι παρόντες. Παντού όπου οι άνθρωποι συντρίβονται κατά μόνας, θα είναι
εκεί για να τους βοηθήσουνε να στήσουν τα πρώτα στοιχεία μιας κοινότητας.
Να πως επιταχύνεται ο
χρόνος!
Να μια ανάπτυξη σύνθετη
που καταλήγει σε δραματική έκβαση!
Αυτές οι πόλεις που
καταδικάστηκαν σε μαρασμό θα ξαναζήσουν!
Κι αυτές οι εκτάσεις
γης που καταδικάστηκαν σε εξουθενωτική εκμετάλλευση ή υποβιβάστηκαν σε «τοπίο» και
«εξοχή» θα ξαναγίνουν Ύπαιθρος!
Αυτοί που τότε θα
κληρονομήσουν… θα κάνουν τότε Καθαρμούς…
Η
αφήγηση και η θεατρική αναπαράσταση των εμπειριών, ατομικών ή συλλογικών, μπρος
σε όλους, θα είναι η πρώτη κίνηση προς τη δημιουργία ενός πνευματικού σκελετού
της εσωτερικής ζωής των κοινοτήτων. Η ειρωνεία, το μαύρο χιούμορ, η φαντασία,
το παιχνίδι και το πηγαίο γέλιο θα βρίσκουν μέσα εκεί ένα σπίτι. Το Θέατρο, το Μέγα Θέατρο, σαν κάποιος που επιστρέφει στην πατρίδα μετά από μακρά απουσία, θα τιθασσεύσει τους σφετεριστές, θα ξαναβάλει τάξη στα του οίκου του. Οι Τέχνες θα ξαναλάμψουν, όχι
όμως τεμαχισμένες όπως σήμερα που, σαν κομμένα μέλη από ένα σώμα, ζουν μια
εφήμερη σπασμωδική στιγμή πριν νεκροτομηθούν. Ελεύθερες από την αιχμαλωσία στην
οποία είναι καταδικασμένες θα βαδίζουν προς συνεχείς επανενώσεις των εξειδικεύσεών
τους που, σαν χαμένα αδέρφια, θα ξαναβρίσκονται πάνω σε μια σκηνή που θα στήνεται
σε πλατείες και χώρους ερειπίων από τις κοινότητες των «εξαφανισμένων», των desaparesidos. Εκεί, οι υπέροχες
γιορτές στεφανωμένες από Τέχνες που θα καταυγάζουν σε μια υπόγεια δόξα! Εκεί,
οι Τέχνες που μίσησαν τη Γραφειοκρατία μες την πιο σκοτεινή επισημότητα! Εκεί,
τα αγαπημένα ερείπια και οι σύγχρονοι τρωγλοδύτες και οι περιπλανώμενοι ποιητές!
Κι εκεί, μέσα στη μέθεξη της συλλογικής δημιουργίας, θα γίνουν αισθητά τα πρώτα
σκιρτήματα Μυστικών Λατρειών!
Είμαι το πουλί Μπενού που είναι στο Ανού
Είμαι ο φύλακας του
τόμου του βιβλίου των πραγμάτων
που έχουν
δημιουργηθεί
και των πραγμάτων που
θα δημιουργηθούν
Απεσταλμένοι από μακριά ανεβαίνουν σε σκηνές που
στήθηκαν από συγγενικές οικογένειες μέσα στις γειτονιές. Ακούγονται ξανά τα «Τραγούδια από τα Αμπάρια». Ανώνυμες
δημιουργίες… Ναι, η ανωνυμία ή ένας κωδικός στη θέση ενός ονόματος θα είναι
στοιχειώδης προφύλαξη από τη βουλιμία ενός υπνωτισμένου από εικόνες κόσμου που σπαράσσει
και σπαράσσεται. Και ναι, μερικά ψευδώνυμα προστατεύουν έναν συγγραφέα ακόμα κι
απ’ τον ίδιο του τον εαυτό. Και γιατί να χολοσκάει για την αιωνιότητα! Ποιος
νοιάζεται άλλωστε για τη φήμη ενός ονόματος - πάντοτε διαφεύγουσα και ασαφή! Τι
παραπάνω να ζηλέψει κανείς απ’ τη στιγμή που το ταλέντο του θα ξετυλίγεται μπροστά
στους «ομοίους», όταν θα παίζει ή θα
απαγγέλλει στις γειτονιές, κάτω απ’ τα φώτα, μπρος στους φίλους και τα κορίτσια.
Τι μεγαλύτερη ικανοποίηση από το αίσθημα ότι ανέσκαψε και λείανε τον εαυτό του
κι ότι η εφήμερη δόξα του κερδήθηκε μπρος στους δικούς
του ανθρώπους. Αυτών που τον περιβάλλουν με ευγνωμοσύνη για το δώρο που τους έφερε…
μια κλεφτή ματιά στον τρόμο και την ιερότητα. Ό,τι δηλαδή απαιτεί η μεγάλη
τέχνη όταν επανακάμπτει.
Το όνομα του θυρωρού
Το
όνομα του φύλακα
Το
όνομα του κήρυκα
…ας
μείνουν ως έχουν
κάτω
από εφτά χάλκινα παπλώματα
πίσω
απ’ τον αχό της θάλασσας
Αρχόντισσα,
Κυρία, που κάνει τους ικέτες να θρηνούν
Φοβερή,
που τρομάζει, που μέσα της μένει άτρομη
Κυρία
όλων των ανθρώπων
Ας
διαβαστεί το κεφάλαιο της ένωσης της ψυχής με το σώμα της
Ας
ξαναγυρίσει ο άνθρωπος να κοιτάξει το σπίτι του στη γη.
Μια μικροσκοπική κουκίδα σε απώτερο χρόνο που μεγεθυνόμενη στο Άπειρο απλώνει και φτάνει ως εμάς. Ο
χρόνος μοιάζει να επιταχύνεται από την περιέργειά μας.
……………………….
Είναι δύσκολο να προβλέψουμε τα κράματα των
εθνοτήτων που θα επικρατήσουν και τις γλώσσες που θα μιλούνται από τους
μελλοντικούς λαούς που θα κατοικούν την επιφάνεια της γης. Καθώς όμως,
εκατομμύρια άνθρωποι μετακινούνται εκατοντάδες ή και χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά,
σε άλλες χώρες και σε άλλες γλώσσες, καθώς άλλοι ξερριζώνονται και
συσσωρεύονται κατά μόνας και σε μεγάλους αριθμούς μέσα σε στρατικοποιημένες
πόλεις, στην ίδια την παλαιά τους χώρα, που τους έγινε αγνώριστη και ξένη,
αποκομμένοι από το παρελθόν τους και τον πολιτισμό τους που έχει προγραφεί και που
περιγελιέται - ταυτόχρονα σκυλεύεται! - που καταδικασμένοι σε έναν νέο «νομαδισμό»
χωρίς το πολιτισμικό βάθος του παλιού, χωρίς νοσταλγία για ένα χώμα και κάποια γη
αγαπημένη, είναι τότε αναμενόμενο να υποθέσουμε ότι κάποιες απ’ αυτές τις ανθρώπινες
σκιές θα μπουν στον πειρασμό να ξαναδημιουργήσουν τον εαυτό τους. Να
ξαναφτιάξουν τον κόσμο «απ’ αρχής» και σύμφωνα με το πρόσωπο που θέλουν να
αποκτήσουν κι ως εκείνο που δεν μπορούν να αποφύγουν. Είναι επίσης αναμενόμενο
ότι από κάποιους «γέρους», κάποιους «Υπέροχα νεκρούς» που η ταξική κοινωνία θα
ήθελε να είχαν ξεχαστεί και σε μερικά παλιά τραγούδια, αυτοί οι αναζητητές θα βρουν τους χάρτες μιας
επιστροφής.
Κάθε τόπος θα «διαβαστεί», το υλικό και ψυχικό «αποτύπωμα»
που άφησε απάνω του η ανθρώπινη παρουσία θα συνυπολογιστεί κι όλες οι
φιλοσοφίες του παρελθόντος κι όλες οι θεωρίες θα εξεταστούν. Όλα τα εγχειρήματα
θα μελετηθούν. Και δεν θα αγνοηθεί η σημασία ενός χαρούμενου γέλωτα καθώς ένα
αμαξίδιο κάνει τρέχοντας το γύρο μιας μικρής λίμνης κάποιο απόγευμα εύθυμο.
Εδώ, κάτι από τον μακρινό αέρα της ποίησης φτάνει ως
τις μέρες εκείνες. Και η υλική οικονομία θα υπαχθεί στην ψυχική οικονομία. Ωστόσο
κάθε λογής παπάδες που θα αρχίσουν να συρρέουν θα βρεθούν μπρος στον νόμο του
οστρακισμού.
Τότε, αυτός ο δυσδιάστατος «νομαδισμός» που δεν αναγνωρίζει
τόπους - μοίρα ξερριζωμένων και όχι ελεύθερων ανθρώπων - θα αποβεί δίκοπη
μαχαίρα. Και μες τη διάχυση που ελαφρά τη καρδία διέσπειραν θα βουλιάξει η αυτάρεσκη
ισχύς τους.
Είναι όμως επίσης πιθανό ότι τα πράγματα δεν θα
πάρουν αυτή την τροπή. Ότι η ανθρωπότητα δεν θα βρει πέρασμα προς κανέναν
επόμενο πολιτισμό. Σ’ αυτή την περίπτωση θα ζει στην αιώνια σκοτεινή πλευρά του
κόσμου, στην επιβεβλημένη φτώχεια, στην ψυχική αποστέρηση, στους τοπικούς
πολέμους, τις απελπισμένες εξεγέρσεις, τους συνεχείς εμφύλιους και θα βρεθεί
άναυδη μπρος στον Παγκόσμιο πόλεμο ανάμεσα στα τρία-τέσσερα πραγματικά
ανεξάρτητα κράτη που έχουν απομείνει, που θα συμπαρασύρει τους συμμάχους τους
και θα πέσει στα κεφάλια εκείνων που ήλπιζαν σε μια ουδετερότητα. Οι δύο
Παγκόσμιοι πόλεμοι που έζησε ήταν ευρωπαϊκοί πόλεμοι που έγιναν παγκόσμιοι, τούτος
’δω θα ξεκινήσει σαν Παγκόσμιος. Και με την Μεγα-βόμβα της γήινης οργής
απασφαλισμένη… Θανάσιμα εναγκαλισμένοι οι μονομάχοι ενώ ανεβαίνει η στάθμη των
νερών.
Το να εργαζόμαστε και να ζούμε για το αντίθετο σημαίνει ότι ρυθμίζουμε τους εαυτούς μας σε έναν τόνο που έρχεται από πολύ βαθιά. Από τη στιγμή που κάτι τέτοιο γίνεται αντιληπτό δεν υπάρχει κάτι λιγότερο να γίνει και αμέσως κάποιος τάσσεται στο έργο γνωρίζοντας ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος τού να ζει.
Πράγματι, δέος κατακλύζει την ψυχή μου όταν αναλογίζομαι την πορεία της ανθρωπότητας πάνω στη γη σε σχέση με την προσωπική ευθύνη. Β.H